Στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, γίνεται ολοένα και πιο φανερό ότι η κοινωνία μας έχει περιέλθει σε μια βαθιά πνευματική και κοινωνική παρακμή. Παρά τις απεριόριστες δυνατότητες της ψηφιακής εποχής —την άμεση πρόσβαση στη γνώση, στην επιστημονική έρευνα, στη δημόσια συζήτηση— παρατηρούμε ένα φαινόμενο επιφανειακής συμμετοχής, μιας ψηφιακής μαζοποίησης που αντικαθιστά τη σκέψη με την εικόνα και το διάλογο με την εντύπωση.
Χιλιάδες άρθρα, μελέτες και αναλύσεις
δημοσιεύονται καθημερινά σε ελληνικά και διεθνή μέσα. Κείμενα που θα μπορούσαν
να λειτουργήσουν ως εφαλτήριο για διάλογο, για πνευματική ανύψωση, για
ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών. Κι όμως — η πλειονότητα των Ελλήνων χρηστών
των κοινωνικών δικτύων επιλέγει τη συμμετοχή του “like” και του “share”,
χωρίς αναστοχασμό, χωρίς προβληματισμό, χωρίς ουσία.
Η κοινωνική μας δικτύωση καταντά μηχανική και αποχαυνωτική, ένας
καθρέφτης της γενικευμένης αδιαφορίας και της πνευματικής κόπωσης που διαπερνά
την ελληνική κοινωνία. Οι πολίτες μετατρέπονται από υποκείμενα σκέψης σε παθητικούς
θεατές ενός θεάματος που τους καταναλώνει.
Την ίδια στιγμή, η ελληνική δημοσιογραφία βιώνει ίσως τη μεγαλύτερη κρίση αξιοπιστίας των τελευταίων δεκαετιών. Τα συστημικά ΜΜΕ προβάλλουν με ζήλο θέματα ελαφριάς επικαιρότητας —από εγκλήματα που προκαλούν θόρυβο μέχρι κοσμικές εμφανίσεις πολιτικών προσώπων— ενώ σοβαρά ζητήματα, όπως οι αποκαλύψεις για τον ΟΠΕΚΕΠΕ και τα σκάνδαλα διαφθοράς που πλήττουν το δημόσιο συμφέρον, μένουν στο περιθώριο.
Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία. Οφείλεται σε ένα σύστημα εξάρτησης και ελέγχου που καθιστά τα μέσα φορείς αναπαραγωγής εξουσίας, όχι ελέγχου της. Έτσι, η κοινωνία αποπροσανατολίζεται, ο πολίτης απομονώνεται, και η δημοκρατία υπονομεύεται σιωπηρά.
Όταν ο διάλογος αντικαθίσταται από το σύνθημα, η
ενημέρωση από την προπαγάνδα, και η γνώση από την εικόνα, τότε η κοινωνία
εισέρχεται σε μια εποχή πνευματικού μαρασμού.
Η νεολαία μεγαλώνει μέσα σε έναν ψηφιακό κόσμο εντυπώσεων και άκριτης
κατανάλωσης, ενώ οι μεγαλύτερες γενιές παγιδεύονται ανάμεσα στη νοσταλγία και
την απογοήτευση. Το αποτέλεσμα είναι ένας λαός κουρασμένος, μοιρολατρικός,
που δεν συμμετέχει ουσιαστικά στα κοινά, αλλά παρακολουθεί —από την οθόνη του—
τη διάλυση κάθε έννοιας συλλογικότητας.
Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση, απαιτείται ένα
νέο πνευματικό εγερτήριο. Μια επαναφορά της σκέψης, της παιδείας, της
συμμετοχής. Οι πολίτες οφείλουν να ανακτήσουν την ευθύνη τους απέναντι στη
γνώση και στη δημοκρατία να απαιτήσουν ενημέρωση, όχι προπαγάνδα· διάλογο, όχι
χειραγώγηση.
Τα μέσα ενημέρωσης, αν θέλουν να επιβιώσουν με αξιοπρέπεια, οφείλουν να
υπηρετήσουν την αλήθεια και τον πλουραλισμό. Μόνο έτσι θα ξανακερδηθεί η
εμπιστοσύνη της κοινωνίας.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ή
θα επιλέξει την εύκολη οδό της αδιαφορίας και του εντυπωσιασμού, ή θα ξαναβρεί
τον πνευματικό της εαυτό — αυτόν που ιστορικά υπήρξε φάρος διαλόγου, λογικής
και κριτικής σκέψης.
Η πνευματική αναγέννηση δεν θα έρθει από τα μέσα θα έρθει από τους ίδιους
τους πολίτες, όταν αποφασίσουν ότι αξίζει να σκέφτονται, να συζητούν και να
συμμετέχουν.








