Είναι γνωστό ότι η
Ελλάδα δεν διέθετε μεσαιωνική αρχιτεκτονική , η οποία να συγγενεύει με τη
δυτικοευρωπαϊκή (ρομαντικό ή γοτθικό ρυθμό), πέρα από ορισμένες περιοχές (Πελοπόννησο, Κρήτη, Κέρκυρα, Λέσβο κ.ά.) , όπου οι κατακτητές Λατίνοι άφησαν τα ίχνη
τους. Επιπλέον, είναι γνωστό ότι το Θρησκευτικό Σχίσμα ανάμεσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία
και τη Ρωμαιοκαθολική, επηρέασε καθοριστικά την πορεία της ελληνικής ναοδομίας,
η οποία έμεινε προσκολλημένη στα ανατολικά ρωμαϊκά πρότυπα.
Με την Απελευθέρωση, αυτή η διαφορά δημιούργησε έντονο
πρόβλημα στο ιδεολόγημα της συνέχειας . Ενώ δηλαδή ο νεοκλασικισμός υιοθετήθηκε
αυτόματα ως «ελληνική τέχνη», δεν μπορούσε να γίνει το ίδιο με τις ασυνήθιστες
μορφές των δυτικών μορφών ναοδομίας που
ακολουθούσαν ένα διαφορετικό δόγμα αλλά
ακόμη περισσότερο αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτω από την σκιά της Ακρόπολης.
Όπως και στην ελληνική ιστοριογραφία έτσι και στην ναοδομία
επινοήθηκε ο ελληνοβυζαντινός ρυθμός
στα πρότυπα των ευρωπαϊκών κινημάτων. Το
μεγάλο πείραμα αυτού του ιδεολογήματος εφαρμόστηκε στην Μητρόπολη Αθηνών (1842-60).
Να σημειωθεί ότι νωρίτερα είχε δοκιμαστεί
ένα διαφορετικό πρότυπο ναοδομίας το οποίο θα ταίριαζε με το αστικό περιβάλλον,
όπως ο Ναός των Διαμαρτυρομένων (1836) στην οδό Φιλελλήνων , ο οποίος όμως, έτυχε
σφοδρής κριτικής από τον Λ.
Καυταντζόγλου (1846). Επομένως , λόγω της συμβολικής σημασίας της η Μητρόπολης
Αθηνών έτυχε της προσοχής όλων, ενώ ο αρχιτέκτονας Ε. Τσίλλερ (ένας από τους αρχιτέκτονες) προσπάθησε
με συνέπεια να αναμίξει κλασικά, βυζαντινά και ρομαντικά
στοιχεία. Βέβαια , δεν ενδιαφέρει εδώ αν
το πάντρεμα διαφορετικών μορφών πέτυχε και μόνο οι επιλογές της νεοελληνικής
ελίτ αρκούν να εξηγήσουν τις αντιφάσεις των αρχιτεκτόνων της εποχής.
Όμως , όπως παρατηρεί ο Χαράλαμπος Μπούρας «στο αναγεννώμενο μετά το 1830 έθνος, το
βυζαντινό παρελθόν δεν αποτελούσε την παράδοση, όπως δεν την αποτελεί για μας».
Αλλά οι νέες σκοπιμότητες της εθνικής ιδεολογίας, επέβαλαν τότε την αναθεώρηση των απόψεων ,
ώστε να τονιστεί η τόσο αμφίβολη
πολιτισμική συνέχεια. Ανεξάρτητα από την γεωγραφική έκταση της τότε μικρής και
φτωχής Ελλάδας, με ένα τέτοιο όραμα γίνονταν αυτόματα η σύνδεση με το ένδοξο
παρελθόν, συνδυάζοντας μάλιστα την Αρχαιότητα με το Βυζάντιο με τρόπο εντελώς
αυθαίρετο, σε μια αδιάσπαστη ιστορική ενότητα. Τα δύο αξεπέραστα πρότυπα της
Μεγάλης Ιδέας ήταν με αυτόν τον τρόπο ο Παρθενώνας με την Αγία Σοφία. Με αυτή
τη λογική, η Αγία Σοφία έπαυε να έχει ιστορική απόσταση και γίνονταν ένα εθνικό
σύμβολο έξω από τον χρόνο, που μέσα του περιείχε όλο τον ανατολικό ρωμαϊκό
πολιτισμό (βυζάντιο), άρα και τη συνέχεια του στο παρών.
Θα μπορούσαμε βέβαια να αναφερθούμε και σε άλλα πολλά όπως για παράδειγμα το γιατί ο Λ.
Καυταντζόγλου το 1871 αναφέρει ότι ο ναός του Αγ. Κωνσταντίνου μιμείται την
Αγία Σοφία, τον ρόλο του θρησκευτικού σχίσματος στην εφεύρεση της ονομασίας «Βυζάντιο», η διαφορετική κοσμοαντίληψη που
συμβολίζουν ο Παρθενώνας και η Αγία Σοφία κ.ά.
Ανεξάρτητα από το εθνικό φανταστικό, η Αγία Σοφία ,έργο της περιόδου του
αυτοκράτορα Ιουστινιανού, πέρα από το γεγονός ότι είναι ένα κατεξοχήν σύμβολό
της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της νέας πολιτισμικής ταυτότητας που
επέβαλε σε παγκόσμιο επίπεδο έως σήμερα αλλά και των ελπίδων για ανάκτηση του
Βυζαντίου από τους νεοέλληνες (Μεγάλη Ιδέα), είναι ένα αριστούργημα της
παγκόσμιας αρχιτεκτονικής και έτσι πρέπει να παραμείνει.
Υπό την έννοια αυτή , ο ΟΗΕ έπρεπε να σταματήσει
την ένοχη σιωπή των τεσσάρων χρόνων καθώς θα μπορούσε να συμμετέχει στην νομική διαδικασία με πρόσθετη παρέμβαση ή στην εχθρική στάση της Ρωσίας ως αντίποινα στην αναγνώριση της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας
(2019). Ο ΟΗΕ με τα επιμέρους όργανα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η UNESCO πρέπει να θέσουν άμεσα σε εφαρμογή
όλα τα νομικά επιχειρήματα που τους τα εξασφαλίζει το ίδιο το Τουρκικό Σύνταγμα
(άρθρα 2 & 5). Η μετατροπή ενός χριστιανικού αρχιτεκτονικού
αριστουργήματος από μουσείο σε τέμενος καταστρατηγεί
το κράτος δικαίου και το αναλογικό
ατομικό δικαίωμα ισοπολιτείας των άλλων δογμάτων και κυρίως τους χριστιανούς για
τους οποίους και ανεγέρθηκε το εν λόγω μνημείο. Αντίστοιχα το ίδιο αποτρεπτικοί θα πρέπει να
είμαστε σε κάθε ελαφρόμυαλο που θα επιθυμούσε να δει το σπουδαιότερο
ευρωπαϊκό μουσουλμανικό οικοδόμημα (Τέμενος Βαγιαζήτ (1396/1421)
ως χριστιανική εκκλησία.
Υπάρχουν εκατοντάδες μνημεία στον κατάλογο της παγκόσμια
πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO όπου το κάθε ένα από αυτά έχει ιδιαίτερη
παγκόσμια πολιτιστική αξία. Όμως κάποια από αυτά όπως η Αγία Σοφία, ο Παρθενώνας,
η Πυραμίδα της Γκίζας, κ.ά είναι παγκόσμια σύμβολα, οικουμενικά μνημεία πολιτισμού
που ξεπερνούν τα έθνη-κράτη. Χρέος μας είναι λοιπόν να τα προστατεύουμε και να
τα παραδώσουμε στις μελλοντικές γενιές. Το
χρέος μας αυτό δεν μπορεί να εξαντληθεί με το παίρνουμε ψηφίσματα από δημοτικά συμβούλια ούτε και να χτυπάμε
καμπάνες. Η Ελλάδα είναι μέλος του ΟΗΕ
και οφείλει επίσημα να αντιδράσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου