Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2020

Βασική Εκπαίδευση και Συγκρουσιακά Θέματα – Ελληνικός Εμφύλιος

ΔΗΜΟΣΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΣ ΕΑΠ

Μερκούρης Δημήτρης
Αλεξανδρούπολη  11.01.2020


1.                   Η διδασκαλία της ιστορίας στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Το μάθημα της ιστορίας αποτελεί το γνωστικό ή διδακτικό αντικείμενο της επιστήμης αναφοράς, της ιστορίας. Σε κάθε εποχή  η σχολική ιστορία δανείζεται από την επιστήμη αναφοράς όχι μόνο το γνωστικό ή διδακτικό αντικείμενο, αλλά και κάποιες επιλογές. Έτσι, κάποιες προσαρμογές (διδακτικές μετατοπίσεις)[1] επιβάλλονται σε σχέση με το αντικείμενο αυτό στη σχολική πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, τα ερωτήματα-άξονες που τίθενται συστηματικά στη διδακτική της σχολικής ιστορίας και ζητούν σε κάθε εποχή απάντηση είναι τα εξής: ποια ιστορική γνώση προκρίνεται να  αποτελέσει αντικείμενο-περιεχόμενο της διδασκαλίας, με ποιους στόχους, με ποιο τρόπο οι μαθητές θα προσεγγίσουν τη γνώση αυτή και θα την οικειοποιηθούν, μέσω ποιων καταστάσεων μάθησης,[2]
πρακτικών και νοητικών διεργασιών; Πώς συνδυάζεται η οικειοποίηση του γνωστικού περιεχομένου με την καλλιέργεια ιστορικής σκέψης, δεξιοτήτων, αξιών και στάσεων μέσα από την ιστορική εκπαίδευση; Ποιές προτεραιότητες θα τεθούν έτσι, ώστε η σχολική ιστορία να συμβάλει στην άρση στερεοτύπων και στην αποδοχή της διαφορετικότητας, ιδιαίτερα σήμερα που οι κοινωνίες  χαρακτηρίζονται από πολυμορφία και πολυπολιτισμικότητα; Υπό το πρίσμα τέτοιου είδους προβληματισμών, δίνονται απαντήσεις που εκφράζουν διαφορετικές σε κάθε εποχή οπτικές-θεωρήσεις.[3]

1.1 Παλαιές και σύγχρονες τάσεις στη διδασκαλία της Ιστορίας
Βασικά μοντέλα προσέγγισης της  διδασκαλίας της ιστορίας, που αποτέλεσαν τη βάση για το μετασχηματισμό της επιστημονικής  ιστορίας σε σχολική ιστορία, είναι το παραδοσιακό  και το νεότερο μοντέλο προσέγγισης. Θα αναφερθούν οι αδυναμίες που χαρακτηρίζουν το παραδοσιακό μοντέλο διδασκαλίας με τη μονοδιάστατη οπτική και ερμηνεία των γεγονότων και  την πίστη σε μία και μοναδική αλήθεια, χρησιμοποιώντας ως μοντέλο διδασκαλίας  την αποστήθιση και την αποκλειστική χρήση του ενός και μοναδικού σχολικού εγχειριδίου.

1.2 Το παραδοσιακό μοντέλο: όρια  και  αδυναμίες
Αν επιχειρηθεί η σύνδεση της διδακτικής της ιστορίας με την επιστημολογία της ιστορίας, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η παραδοσιακή προσέγγιση  βασίστηκε στο θετικιστικό ιστοριογραφικό παράδειγμα. Η ιστορία εισάγεται ως σχολικό μάθημα στο εκπαιδευτικό σύστημα των δυτικών χωρών κατά το 19ο αιώνα. Τα εκπαιδευτικά συστήματα  την περίοδο εκείνη δείχνουν  ιδιαίτερη μέριμνα για την εθνική ιστορία. Δίνεται έμφαση στα πολιτικο-στρατιωτικά και διπλωματικά γεγονότα. Το βάρος πέφτει στις μεγάλες εθνικές αφηγήσεις, που αποσκοπούν στο να μεταδώσουν στους μαθητές μια κοινή πολιτιστική κληρονομιά, κριτήριο της εθνικής ιδιαιτερότητας.[4] Η σχολική ιστορία χρησιμοποιείται ως μέσο εθνικής αγωγής των μαθητών και ως μηχανισμός προτύπων συμπεριφοράς προς μίμηση ή αποφυγή και  στη διαμόρφωση του μαθητή ως καλού πατριώτη.[5] Στόχο της αποτελεί η ενίσχυση της συλλογικής μνήμης, μέσα από τη μετάδοση της κοινής εμπειρίας,  αλλά και η διαμόρφωση της πεποίθησης της συνέχειας του έθνους. Σύμφωνα με τον Μακαραντζή,[6] στο πλαίσιο διδασκαλίας της ιστορίας στην παραδοσιακή προσέγγιση, οι μαθητές μαθαίνουν να διακρίνουν τον «εαυτό» και τον «άλλο» με βάση τα χαρακτηριστικά της ταυτότητάς τους: εθνικά, θρησκευτικά κ.ά. και να διαμορφώνουν ένα ηθικό πλαίσιο, που μπορεί να επηρεάσει τις αποφάσεις τους στο παρόν και στο μέλλον.
Η σχολική ιστορία θεωρείται ως ένα «προσληφθέν αντικείμενο», με ένα σώμα ύλης αυστηρά καθορισμένο. Ο ρόλος των μαθητών είναι παθητικός. Περιορίζονται στο να προσλαμβάνουν την έγκυρη και αντικειμενική ιστορική γνώση που διαμεσολαβείται από τον εκπαιδευτικό και παρουσιάζεται από την αφήγηση του σχολικού εγχειριδίου. Καλούνται να την «κάνουν κτήμα τους» απομνημονεύοντας τα ιστορικά γεγονότα, εκτελώντας τυποποιημένες δραστηριότητες και προσεγγίζοντας επιφανειακά ορισμένες «αντικειμενικές» ιστορικές πηγές. Τέλος εξετάζονται και ελέγχονται για όσα έμαθαν.

1.3 Νέα Ιστορία και  σύγχρονη ιστορική  εκπαίδευση
Σύμφωνα με την Κάββουρα,  ως Νέα ιστορία,  ορίζεται η κίνηση ανανέωσης της ιστορικής εκπαίδευσης κατά τις δεκαετίες 1960-70 στη Μ. Βρετανία.[7]  O Rogers, ο οποίος καθιέρωσε τον όρο, υποστήριξε ότι στόχος της ιστορικής εκπαίδευσης είναι οι μαθητές να αναπτύξουν μια «αυθεντική κατανόηση της ανθρώπινης εμπειρίας σε διάφορους τομείς της ανθρώπινης ζωής» που να εξελίσσεται στο πέρασμα του χρόνου και όχι να γίνουν μικροί ιστορικοί. Ασπάστηκε τη θεωρία του Βruner για τη σπειροειδή οργάνωση και τη δομή των γνωστικών αντικειμένων και υποστήριξε ότι οι μαθητές μπορούν να διδαχθούν  ακόμα και σε νεαρή ηλικία τη βασική δομή της ιστορικής επιστήμης και της μεθοδολογίας που υιοθετεί.[8]
Έρευνες[9]  που έγιναν αξιοποιώντας  στην εκπαιδευτική πράξη τις διδακτικές αρχές της Νέας Ιστορίας    κατέληξαν   στα εξής  συμπεράσματα:
-          ακόμα και οι νεαρότεροι μαθητές μπορούν να αντιλαμβάνονται και να χειρίζονται έννοιες δύσκολες και είναι απόλυτα ικανοί να αναλύουν το παρελθόν κατά ένα γνήσιο ιστορικό τρόπο, να χρησιμοποιούν δηλαδή τα ιστορικά τεκμήρια και να διατυπώνουν και να εξετάζουν υποθέσεις που αφορούν το παρελθόν,
-          τα παιδιά μπορούν να χρησιμοποιούν επαγωγικούς συλλογισμούς για τα τεκμήρια, κατά έναν ιστορικό τρόπο,
-          είναι σε θέση να αναπτύξουν παραγωγικούς συλλογισμούς από τα ιστορικά τεκμήρια.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν να επιτευχθούν κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Πρέπει να ακολουθούνται ανοιχτές μεθοδολογίες διδασκαλίας. Η σχολική τάξη να λειτουργεί ως χώρος που κυριαρχεί η επικοινωνιακή λειτουργία της γνώσης. Είναι σημαντικό να υπάρχει ο κατάλληλος σχεδιασμός της διδασκαλίας και η στήριξή της σε ποικιλία δραστηριοτήτων. Πρέπει να παρέχεται η  αναγκαία καθοδήγηση και υποστήριξη των μαθητών. Είναι σκόπιμο να υποβάλλονται ανοιχτά ερωτήματα που έχουν νόημα για τους μαθητές. Τέλος, οι μαθητές πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους τον απαραίτητο χρόνο. [10]
Η ανανεωτική κίνηση της σχολικής ιστορίας μέσα από τη Νέα Ιστορία, έδωσε έμφαση στην κριτική ανάγνωση των πηγών «έδωσε προτεραιότητα όχι τόσο στην ιστοριογραφική πληροφόρηση, αλλά κυρίως στις διδακτικές και ερευνητικές εκείνες διαδικασίες και πρακτικές που οδηγούν στην καλλιέργεια και ανάπτυξη προσωπικών αλλά όχι ανορθολογικών κριτηρίων προσέγγισης του υλικού της ιστορίας από τους μαθητές» στην κατανόηση και όχι τόσο στην απομνημόνευση δομημένων ιστορικών αφηγήσεων.[11] Σύμφωνα με την Αποστολίδου, η  νέα αντίληψη  στη διδακτική της ιστορίας επεδίωξε την εξισορρόπηση  μεταξύ δηλωτικής γνώσης, (μετάδοσης γνώσεων στους μαθητές για το παρελθόν) και διαδικαστικής γνώσης (μάθησης των τρόπων προσέγγισης, ανάλυσης, ερμηνείας, αλλά και σύνθεσης των τεκμηρίων από ποικίλες πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές).[12] Μετατόπισε το ενδιαφέρον και την εστίαση από τα γεγονότα στη συλλογική νοοτροπία, από τα μεμονωμένα άτομα στις συλλογικότητες. Η Νέα Ιστορία έθεσε ως βασικό άξονά της ιστορικής εκπαίδευσης την καλλιέργεια της ιστορικής σκέψης με ενεργό συμμετοχή και εμπλοκή των μαθητών στην επεξεργασία των πηγών και γενικότερα στην ιστορική μέθοδο με τρόπο που να παραπέμπει στην εργασία του επιστήμονα ιστορικού.  Ένα επίσης, βασικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης διδασκαλίας της ιστορίας, υπό το πρίσμα της Νέας Ιστορίας, είναι ότι επιδιώκει να διαμορφώσει στους μαθητές την αντίληψη της ιστορικής αβεβαιότητας και σχετικότητας και  να τους οδηγήσει στην κατανόηση ότι «η Ιστορία είναι διαδικασία νοηματοδότησης και έχει αξία να την κάνει ο καθένας μόνος του, τηρώντας βέβαια τους μεθοδολογικούς κανόνες». [13]
2.                  Ο Ελληνικός Εμφύλιος, Σχολικά Εγχειρίδια  και Αναλυτικά Προγράμματα   στην πάροδο των χρόνων.
Το σχολικό εγχειρίδιο στη σημερινή του μορφή είναι δημιούργημα της νεότερης εποχής. Αν ανατρέξει κανείς στην ιστορία, θα διακρίνει δύο μεγάλες περιόδους εξέλιξης   του σχολικού εγχειριδίου.[14] Η πρώτη διαρκεί από το 16ο έως το 19ο αιώνα και συμπίπτει με την ανακάλυψη της τυπογραφίας, ενώ η δεύτερη συνεχίζει μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα και συμπίπτει με την καθιέρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Από τα τέλη του 20ου αιώνα διανύεται η τρίτη περίοδος. Αυτή την περίοδο το σχολικό εγχειρίδιο έχει να αντιμετωπίσει την ραγδαία ανάπτυξη της εκπαιδευτικής τεχνολογίας, η οποία αναμφίβολα διεύρυνε τις δυνατότητες διδασκαλίας και μόρφωσης.  Στο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας υπεύθυνος για την έκδοση και δωρεάν διάθεση των σχολικών εγχειριδίων, τόσο στους μαθητές, όσο και στους εκπαιδευτικούς είναι ο Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων (ΟΕΔΒ). Ο ΟΕΔΒ ιδρύθηκε το 1937 ως Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων και το 1963 με το Ν.Δ. 4320 πήρε τη σημερινή του ονομασία. Είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και την εποπτεία του έχει το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΥΠΕΠΘ).
Το Αναλυτικό Πρόγραμμα  (ΑΠ) κάθε χώρας αντανακλά τις παραδοσιακές αξίες και την όλη κοινωνική  ιδεολογία που κυριαρχεί σ’ αυτήν, καθώς και το βαθμό της οργάνωσης και της οικονομικής ανάπτυξής της. Από το 1881 μέχρι και σήμερα τέσσερις είναι οι μεταρρυθμίσεις που επηρέασαν ουσιαστικά το μάθημα της Ιστορίας.[15] Το πρώτο ΑΠ για το δημοτικό σχολείο καθιερώθηκε στην Ελλάδα το 1881 και για πρώτη φορά η Ιστορία συμπεριλαμβάνονταν ως αυτόνομο μάθημα. Σκοπός του μαθήματος ήταν η ηθική μόρφωση του παιδιού, η ανάπτυξη του εθνικού φρονήματος και της φιλοτιμίας, καθώς και η συστηματοποίηση των ιστορικών γνώσεων που διδάσκονταν. Δίνονταν έμφαση στα ιστορικά γεγονότα που εξύψωναν το εθνικό φρόνημα, ενώ οι τότε εκπαιδευτικοί έπρεπε να περάσουν το μήνυμα ότι οι άξιοι και οι πατριώτες θα πετύχουν στη ζωή τους. Επίσης, απαραίτητη θεωρούνταν η σύνδεση του μαθήματος της Ιστορίας (χρόνος) με το μάθημα της Γεωγραφίας (χώρος).[16]
Τα επόμενα ΑΠ του 1894 και του 1913 δεν περιλάμβαναν τους σκοπούς του  μαθήματος της Ιστορίας. Όριζαν απλώς την ύλη που έπρεπε να διδαχθεί σε κάθε τάξη του δημοτικού. Στις δεκαετίες που ακολουθούν γίνονται αρκετές απόπειρες εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, οι οποίες είναι συνδεδεμένες με τα πολιτικά γεγονότα της εκάστοτε περιόδου.[17] Το 1969 συντάσσεται νέο ΑΠ από το ΥΠΕΠΘ και το Ανώτατο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Εκπαιδεύσεως. Σ’ αυτό καθορίζονταν ως γενικός σκοπός η κατανόηση εκ μέρους των μαθητών του ιστορικού βίου της Ελλάδας, να πάρουν διδάγματα μέσα από την ιστορία των προγόνων τους, να είναι φιλόπατρεις και μέσω των όσων μάθουν να γίνουν χρήσιμα μέλη τη πολιτικής και της εθνικής ελληνικής κοινωνίας.[18]
Επόμενο σταθμό αποτελεί το ΑΠ του 1977, το οποίο είχε συνταχθεί από το Κέντρο Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμορφώσεως (ΚΕΜΕ). Σύμφωνα μ’ αυτό ο σκοπός του μαθήματος της Ιστορίας ήταν η κατανόηση των πολιτικών γεγονότων και πολιτιστικών στοιχείων που συνθέτουν το ιστορικό παρελθόν και παρόν του έθνους, η ανάπτυξη του αισθήματος της φιλοπατρίας, καθώς και η προετοιμασία για ενσυνείδητη και ελεύθερη συμμετοχή στην ελληνική κοινότητα και στην κοινότητα των λαών.[19]
Το 1982 με την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ συντάσσεται  νέο ΑΠ από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το οποίο ήταν μία αναδιάρθρωση του προηγούμενου προγράμματος, παρά το γεγονός ότι η πολιτική εξουσία είχε περάσει σε διαφορετικό πολιτικό σχηματισμό.
Τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών από τη Μεταπολίτευση έως το 1997, παρά τις μεταρρυθμίσεις, ήταν παραδοσιακά προγράμματα  με  ασαφείς και γενικόλογους στόχους και με καμία ουσιαστική δυνατότητα ανάληψης  πρωτοβουλιών από τους εκπαιδευτικούς.[20] Με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1997 έως και σήμερα διακρίνεται μια στροφή προς ένα πιο δημιουργικό τρόπο κατάκτησης της ιστορικής γνώσης, με ένταξη σύγχρονων μεθόδων διδασκαλίας, όπως αυτές αναλύονται  στις   πρόσφατες ανακοινώσεις  από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής το 2018.[21]  Οι σύγχρονες προσεγγίσεις της διδασκαλίας της ιστορίας στοχεύουν στην κριτική ιστορική σκέψη και στην ανθεκτική εθνική συνείδηση. Για το σκοπό αυτό θέτουν σε προτεραιότητα την υιοθέτηση της πολυπρισματικότητας σε όλα τα επίπεδα του σχολικού σχεδιασμού (σκοποί, περιεχόμενα, ιστορικές έννοιες, δραστηριότητες).[22]
Είναι σημαντικό να επισημανθεί η στάση των συντακτών των Αναλυτικών Προγραμμάτων Ιστορίας   της περιόδου 1957 – 2019 σχετικά με τη  συγκρουσιακή περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Θα επιχειρηθεί να διερευνηθεί και να αναδειχθεί ο τρόπος με τον οποίο αυτή η τραυματική περίοδος προβάλλεται, αλλά και συνδέεται   με την εκάστοτε εκπαιδευτική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων.
Ο ελληνικός εμφύλιος τελείωσε την 17η Οκτωβρίου του 1949, ημέρα που η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση των ανταρτών από το Βουκουρέστι ανακοίνωσε την λήξη του εμφυλίου και ζήτησε την παράδοση των όπλων. Τότε η στάση των «νικητών»  κινήθηκε σε δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη ήταν να εντείνουν το αυστηρό πλαίσιο εθνικοφροσύνης και  αντικομουνισμού και η άλλη να μην περιλαμβάνονταν ο εμφύλιος  ως θέμα στο σχολικά βιβλία ιστορίας.[23] Η επιλογή αυτή πιθανόν να εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο την ιστορικής αρχής που θέλει  την αρχή της «αντικειμενικότητας», την τήρηση δηλαδή κάποιας χρονικής απόστασης   από τα γεγονότα. Πιθανότατα όμως, να επιχειρήθηκε και η αποσιώπηση με σκοπό  να μην επανέρχεται στη μνήμη το τραυματικό γεγονός για την  ελληνική κοινωνία.
Στο νέο εκπαιδευτικό και πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται με την πλήρη επικράτηση των συντηρητικών αντικομουνιστικών επιλογών, οι πολλαπλές εκπαιδευτικές επιλογές  δεν έχουν καμία θέση. Προέχει ο σκοπός[24] που καθορίζεται πρωτίστως με την καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος. Έτσι, στο εγχειρίδιο και στην ύλη της ιστορίας της ΣΤ΄ δημοτικού συμπεριλαμβάνεται ο συμμοριτοπόλεμος. Δίνεται έμφαση στην ηρωολατρία με αναφορές σε μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες και το εγχειρίδιο είναι συνταγμένο στην καθαρεύουσα.[25]   
Τη δεκαετία του ΄50 και στις αρχές του  ΄60 εντείνονται οι ταξικοί αγώνες και ο αγώνας για ουσιαστικότερη δημοκρατία. Το 1963 έρχεται στο προσκήνιο η Ένωση Κέντρου.  Βασικός στόχος της ήταν η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Επισφράγισμα αυτής της προτεραιότητας ήταν η ανάληψη του Υπουργείου από τον ίδιο τον Γεώργιο Παπανδρέου. Τα κύρια σημεία   μεταρρύθμισης αποτελούσαν η δωρεάν  διανομή βιβλίων, η δωρεάν παιδεία, η εδραίωση και επέκταση της δημοτικής γλώσσας, η ίδρυση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και η νέα συγγραφή βιβλίων.  Τα «Ιουλιανά», η αποστασία και η πτώση του Παπανδρέου θα επαναφέρουν την πολιτική αστάθεια με αποτέλεσμα η χώρα να έχει δικτατορία. Η δικτατορία φροντίζει άμεσα να καταργήσει τα θετικά βήματα που έγιναν με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 επαναφέροντας την παιδεία στα πρώτα χρόνια μετά τον εμφύλιο.   Παράλληλα φρόντισε να καταργήσει   την επιλογή πολλαπλών εγκεκριμένων εγχειριδίων με την ίδρυση του ΟΕΔΒ το 1969. Όλα τα σχολικά βιβλία εκδίδονται από το κρατικό μονοπώλιο του ΟΕΔΒ με πρωτοσέλιδο τον αναδυόμενο φοίνικα.[26]
Στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο θα κινηθούν και τα αναλυτικά προγράμματα. Οι μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού[27]  και της Γ΄ Γυμνασίου[28]  θα πρέπει να αναπτύξουν και να μάθουν:  «…την  τριπλή εχθρική κατοχή, την καθολική εθνική αντίσταση και  την εκμετάλλευση της από τους κομμουνιστές, τη συνέχιση του πολέμου εκτός της Ελλάδας παρά το πλευρόν των συμμάχων. Η απελευθέρωσις. Το  κομμουνιστικόν κίνημα κατά Δεκέμβριο 1944.  Ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Β΄ ο Βασιλεύς Παύλος. Ο Κατά των συμμοριτών εθνικός αγών 1946-1949. Η Ελλάς από της εθνικής νίκης κατά   των συμμοριτών μέχρι σήμερον. Κομμουνιστική προπαγάνδα και προσπάθεια διαβρώσεως του Κράτους και της κοινωνίας υπό των κομμουνισμών.  Εθνικοί κίνδυνοι και κομμουνισμός. Η Επανάστασις της 21ης Απριλίου 1967. Μεθοδικαί οδηγίαι : … Η οργάνωσις και δημιουργία σχολικής ζωής προς ανάπτυξιν υγιών εθνικών συναισθημάτων, ο ομαδικός εορτασμός εθνικών εορτών, η παρακολούθησις υπό των μαθητών εθνικών μνημοσύνων υπέρ πεσόντων του ηρώου συντελούν τα μέγιστα εις τον εθνικόν φρονηματιμόν των μαθητών». Το σχολικό αφήγημα των συνταγματαρχών είναι οι κομμουνιστές να χαρακτηρίζονται ως  προδότες, αντεθνικά στοιχεία, συμμορίτες, κακοποιά στοιχεία, κοινοί εγκληματίες, βασανιστές, ληστές. Αντίθετα τα Τάγματα Ασφαλείας, οι Χίτες, οι δωσίλογοι και οι μαυραγορίτες παρουσιάζονται ως υγιή εθνικά στοιχεία.
Η περίοδος 1967-1974 στην ουσία αντιπροσωπεύει  την έσχατη απόπειρα και αναλαμπή του να επιβληθεί ο παραδοσιακός μυθοπλαστικός προσανατολισμός, πολιτιστικός, κοινωνικός και εκπαιδευτικός. Επιπλέον η τραγωδία της Κύπρου, με το πραξικόπημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και την εισβολή της Τουρκίας στο νησί, απονομιμοποίησε πλήρως την κυβέρνηση που στήριζαν οι πραξικοπηματίες, η οποία και κατέρρευσε. Η κατάρρευση αυτή άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του τόπου με την επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή και την ανάθεση σ΄ αυτόν της πρωθυπουργίας. Το πολιτικό σύστημα της χώρας αποκατέστησε, αναιμάκτως, την πολιτική ομαλότητα, με άρση των μέτρων του Εμφυλίου, την νομιμοποίηση της δράσης του ΚΚΕ και του πολιτικού ζητήματος με το δημοψήφισμα της 8.12.1974.        
Η αναγκαιότητα της νέας πολιτικής εξουσίας για εθνική συμφιλίωση και το μέλλον της χώρας προς τη σύγχρονη εποχή  θέτει για πρώτη φορά το ζήτημα στα σχολικά εγχειρίδια νεότερης ιστορίας και στα αναλυτικά προγράμματα σπουδών. Έτσι, στο   Π.Δ. 374/1978 «Περί του αναλυτικού προγράμματος της Γ΄ τάξεως του ημερησίου Γυμνασίου και ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος του Εσπερινού Γυμνασίου» (Φ.Ε.Κ. 79/15.5.1978) στην  ενότητα «Ο πόλεμος του 1939 - 1945» στο πνεύμα της  εθνικής συμφιλίωσης οι μαθητές διδάσκονται  « Η δοκιμασία του Έθνους κατά την περίοδον 1944-1949 και η σημασία της Εθνικής ενότητας δια την πρόοδον και την ασφάλειαν της Πατρίδος». Στην ενότητα «Προβλήματα του μεταπολεμικού κόσμου» οι μαθητές εμβαθύνουν τη γνώση τους για την αναγκαιότητα της εθνικής συμφιλίωσης μέσα από την παράθεση των γεγονότων της οικονομικής και τεχνολογικής ύφεσης που επέφερε αυτή η αντιπαλότητα.    «Προβλήματα του μεταπολεμικού Ελληνισμού: α) Η ειρήνευσης της χώρας. Μεταπελευθερωτικαί ανωμαλίαι. Ειρήνευση της χώρας». Την ίδια εικόνα  θα εμφανίσει και το  Π.Δ. 438/1975, «Ωρολόγιο και αναλυτικό πρόγραμμα Γυμνασίων» (Φ.Ε.Κ. 158/19.9.1985).  Δε γίνεται καμία μεταβολή, ωστόσο δίνεται η δυνατότητα στο δάσκαλο να αναπτύξει το θέμα χωρίς να διαταράξει όμως, τις κατευθυντήριες γραμμές της εθνικής συνοχής « Η δοκιμασία του Έθνους κατά την περίοδον 1944-1949 και η σημασία της Εθνικής ενότητας δια την πρόοδον και την ασφάλειαν της Πατρίδος». 
Το 1981 ανήλθε στην εξουσία η παράταξη του ΠΑΣΟΚ, έχοντας δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες στους αριστερούς ψηφοφόρους οι οποίες δεν επαληθεύτηκαν  στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης.  Οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που ανέλαβε, αφορούσαν στην Ανώτατη Εκπαίδευση με το ν. 1268/1982 και στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με το ν. 1566/1985.  Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ χορήγησε γενική αμνηστία και παραχώρηση του δικαιώματος επιστροφής στην Ελλάδα των μελών του Δημοκρατικού Στρατού, καθώς και την επίσημη αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, ν. 1285/1982 που την συνόδευε η υπόσχεση σύνταξης.   Συνοψίζοντας όμως, στο έργο του ΠΑΣΟΚ στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης στην εκπαιδευτική πολιτική της Μέσης Εκπαίδευσης παρατηρείται ότι δεν ακολουθείται  η πολιτική συνέχεια[29],  αφού απουσιάζει η ενότητα του εμφυλίου. Η φιλοσοφία της νέας κυβέρνησης είναι το ενωτικό αφήγημα της ενιαίας εθνικής αντίστασης και η αποσιώπηση του εμφυλίου. Διαφοροποίηση υπάρχει μόνο στην κατανόηση της ιστορικής έρευνας από τους μαθητές. Ακόμη και η ριζοσπαστική θεώρηση του βιβλίου του Κρεμμυδά που εκδόθηκε για να διδαχθεί στην Γ΄ Γυμνασίου, ακολούθησε το πνεύμα της αποσιώπησης και κινήθηκε  στο να τονίσει ότι ο εμφύλιος ήταν δημιούργημα της κατοχής και των αντιστασιακών οργανώσεων  του ΕΑΜ και του  ΕΔΕΣ με διαφορετικές κοινωνικές και ιδεολογικές βάσεις η κάθε μια.[30]     Στο πνεύμα της ενότητας ήταν το  Π.Δ. 479/1985 «Ωρολόγιο και αναλυτικό πρόγραμμα Λυκείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης» (Φ.Ε.Κ. 170/7.10.1985). Η Ιστορία του ανθρώπινου γένους στην Α΄ Λυκείου  εισάγει τους μαθητές στη μεθοδολογία της ιστορικής έρευνας και  αναζητά τα βαθύτερα αίτια της ιστορικής δράσης και όχι την απλή απομνημόνευση. Η δεκαετία του 1940 εντάσσεται στην γενικότερη πάλη των Ελλήνων για ανεξαρτησία από τον Καποδίστρια έως το 1950. Το Π.Δ. 540/1989 «Αναλυτικό Πρόγραμμα του μαθήματος Ιστορίας της ΣΤ΄ τάξεως του Δημοτικού Σχολείου» (Φ.Ε.Κ. 226/6/10/1989) ενημερώνει τους μαθητές για τη μεθοδολογία της ιστορικής έρευνας. Αποσιωπείται η δεκαετία του 1940. Η  Υ.Α.  Γ2/2768/1999 «Πρόγραμμα Σπουδών των μαθημάτων της Α΄, Β΄, Γ΄ τάξης του Ενιαίου Λυκείου για το σχολικό έτος 1999-2000» (Φ.Ε.Κ. 1540/29.7.1999) αφορά  στην ανάπτυξη ιστορικής σκέψης και διδάσκεται η Ελλάδα κατά την περίοδο 1941-1949, ο θρίαμβος της εθνικής αντίστασης και η τραγωδία του εμφυλίου πολέμου και η περίοδος της εθνικής κρίσης (Οκτώβριος 1944 – Αύγουστος 1949).  Από το 2000 τα αναλυτικά προγράμματα ακολουθούν την τυπολογία και τη λογική του curriculum[31] και τη λογική της ενιαίας διδασκαλίας από το Νηπιαγωγείο έως το Λύκειο. Παρά την πρόοδο που σημειώθηκε  το  2003, στις οδηγίες που δόθηκαν με την έκδοση του  Διαθεματικού Ενιαίου Πλαισίου Προγραμμάτων και των Αναλυτικών Προγραμμάτων  στο μάθημα ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, ακολουθούνταν  οι κανόνες του αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών του 1989. Προτείνονταν ο εμφύλιος να προσεγγιστεί μέσα από άλαλες περιόδους της ελληνικής ιστορίας.[32] Έκτοτε παρά την εναλλαγή των πολλών και διαφορετικών κυβερνήσεων, η κρατούσα ιδεολογία για αποσιώπηση του εμφυλίου παραμένει  κυρίαρχη. Γεγονός που  επιβεβαιώνεται και με τη δήλωση του  Υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη[33] στις 04.09.2016 «Πιστεύω ότι η διδασκαλία της περιόδου του εμφυλίου πόλεμου μπορεί να ενισχύσει τη θετική σχέση των πολιτών με την ιστορική αλήθεια, καθώς και την εθνική αυτογνωσία και συμφιλίωση. Προφανώς είναι ευαίσθητο θέμα και χρειάζεται ψυχραιμία και σεβασμό στα γεγονότα, τον πόνο και τις μνήμες όλων των Ελλήνων».[34] Τον Οκτώβριο του 2018 το Ινστιτούτο  Εκπαιδευτικής Πολιτικής παρέδωσε στον υπουργό Κώστα Γαβρόγλου τις προτάσεις του και αλλαγές για τα  Προγράμματα Σπουδών του μαθήματος της ιστορίας. Οι νέες προτάσεις κινούνταν προς τη σωστή κατεύθυνση, εστιάζοντας στην  κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική ιστορία και ενθαρρύνοντας τη βιωματική κατανόηση και έρευνα του παρελθόντος. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στη Δ΄ Δημοτικού προτείνεται η διδασκαλία της οικογενειακής, της προφορικής και της τοπικής ιστορίας.[35] Εντούτοις, και σύμφωνα με τη μέχρι τώρα ελληνική παθογένεια, αυτές οι προτάσεις ίσως  περιθωριοποιηθούν από τη νέα κυβέρνηση η οποία ενδιαφέρεται κυρίως,  για τη  γνώση της ιστορίας με βάση τη διαμόρφωση ανθεκτικής εθνικής συνείδησης.[36]   Πράξη ανακόλουθη με το σύγχρονο παιδαγωγικό και διδακτικό αίτημα[37]  που συνιστά τη σύνδεση ιστορίας με άλλους τομείς γνώσης.

3.                  Διδασκαλία ενός συγκρουσιακού ιστορικού γεγονότος – Ελληνικός Εμφύλιος
Είναι πλέον αποδεκτό στους εκπαιδευτικούς κύκλους  ότι ο παρελθοντικός εμπειρικός τρόπος, ο δασκαλοκεντρικός τρόπος διδασκαλίας δεν επιφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.  Η αποσιώπηση ενός τραυματικού γεγονότος ή ενός συγκρουσιακού γεγονότος, ή  η στείρα αποστήθιση στερεί από τους μαθητές το ενδιαφέρον για τη διδακτέα ύλη. Συγκρουσιακά θέματα είναι όλα εκείνα τα ζητήματα που προκαλούν διγνωμίες και διχάζουν την κοινή γνώμη και διεγείρουν  το αίσθημα της όξυνσης  το οποίο προέρχεται από διαφορετικές ιδεολογικές προσλαμβάνουσες - εθνικές, ηθικές, και πολιτισμικές αντιλήψεις κάθε εμπλεκομένου.
Το συγκρουσιακό ιστορικό γεγονός του εμφυλίου πολέμου του 1946-1949 όχι μόνο στιγμάτισε την πολιτική ζωή της χώρας, αλλά είχε τραγικές συνέπειες για χιλιάδες οικογένειες. Για τη συγκρουσιακή αυτή φύση και την τραγικότητα του επιλέγεται η περίοδος του εμφυλίου για την ενδεδειγμένη διδασκαλία, ώστε  οι μαθητές να αντιληφθούν τον κόσμο, να είναι ενήμεροι, ανεχτικοί και δεκτικοί στην κάθε είδους διαφορετικότητα. Σκοπός είναι να διαπλάσει ουσιαστικά τους αυριανούς πολίτες, ώστε να   αντιμετωπίζουν την κάθε είδους διαφορετικότητα ή σύγκρουση με κριτική σκέψη και  με όρους φιλειρηνικούς.  
Η διδακτική πρόταση εντάσσεται στο πλαίσιο του Διαθεματικού Ενιαίου Πλαισίου Προγράμματος και απευθύνεται σε όλες τις βαθμίδες της βασικής ή υποχρεωτικής εκπαίδευσης που διδάσκεται η νεότερη ελληνική ιστορία.  Αναπτύσσεται σε τρεις διδακτικές ώρες και με διαφορετική ανά βαθμίδα εκπαίδευσης βαρύτητα προσέγγισης του γεγονότος, ώστε   οι μαθητές  με την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης να  είναι σε θέση να κατακτήσουν  τους  σκοπούς διδασκαλίας του γεγονότος που είναι η ανάπτυξη ιστορικής συνείδησης και σκέψης και η καλλιέργεια αντι-πολεμικής και συνάμα δημοκρατικής συνείδησης. Έτσι, στο γνωστικό μέρος επιδιώκεται οι μαθητές να είναι σε θέση να οριοθετήσουν χρονικά και να γνωρίσουν τα γεγονότα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, το ξεκίνημα της αντίστασης και τα αίτια του εμφυλίου. Επίσης, να έρθουν σε επαφή με το ιστορικό γεγονός μέσω της εξάσκησης στην  ιστορική επιστήμη, τη διεξαγωγή έρευνας, την ανάπτυξη της ικανότητας τεκμηρίωσης και ερμηνείας με τη χρήση πρωτογενών και δευτερογενών πηγών και την κατανόηση του ιστορικού λόγου – προφορικού και γραπτού. Να αποκτήσουν κοινωνικές δεξιότητες μέσα από την ανάπτυξη διαλόγου στη βάση υποθέσεων εργασίας και ιστορικών πηγών και τη χρήση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας. Τέλος, να αποκτήσουν ιστορική ενσυναίσθηση με την άσκηση της ιστορικής κατανόησης και ερμηνείας της ιδιαιτερότητας του τραγικού ιστορικού γεγονότος.[38]
Για την επίτευξη των παραπάνω χρησιμοποιείται η βιωματική και συνεργατική μέθοδος διδασκαλίας των μαθητών. Προτείνεται  ως   εκπαιδευτική δραστηριότητα  στη  ΣΤ΄ Δημοτικού, στη Γ΄ Γυμνασίου και Γ΄ Λυκείου  (σε όλες τις κατευθύνσεις) οι  μαθητές  να είναι οι ίδιοι παραγωγοί της ιστορικής περιόδου και του εμφυλίου.  Έτσι,  ο εκπαιδευτικός εισάγει τους μαθητές στο γεγονός με μια γενική εισαγωγή μέσα από το σχολικό εγχειρίδιο, η οποία διαρκεί μια σχολική ώρα. Κατά τη  δεύτερη ώρα  οι μαθητές χωρίζονται σε δύο ομάδες στις οποίες  δίνεται πρόσθετο εκπαιδευτικό υλικό και τους ζητείται να το επεξεργαστούν και να εξάγουν τα δικά τους συμπεράσματα. Την τρίτη ώρα οι δύο ομάδες θα παρουσιάσουν  τα συμπεράσματα τους και μέσα από διάλογο θα αποτιμήσουν το συγκρουσιακό γεγονός.   
Τέλος,  διευκρινίζεται ότι οι στόχοι παραμένουν   ίδιοι σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Επειδή όμως, η εκπαιδευτική δραστηριότητα  απευθύνεται σε διαφορετικές ηλικίες μάθησης, άρα και προσλαμβάνουσες θα δοθεί  ανά βαθμίδα εκπαίδευσης   διαφορετική βαρύτητα προσέγγισης του γεγονότος από το προτεινόμενο  υλικό, όπως αυτό εμφανίζεται ανά βαθμίδα εκπαίδευσης στο πρώτο παράρτημα.  


[1] «Η διαδικασία που μετασχηματίζει ένα γνωστικό αντικείμενο προς διδασκαλία σε διδασκόμενο αντικείμενο ονομάζεται διδακτική μετατόπιση». Μoniot Henri, «Η Διδακτική της Ιστορίας», Μετάφραση Κάννερ, Ε., Μεταίχμιο, Αθήνα 2002, σ. 44
[2] Οι καταστάσεις μάθησης είναι οι προνομιακοί τόποι για την απόκτηση δεξιοτήτων, σύμφωνα με το κοινωνικο-οικοδομιστικό επιστημονικό παράδειγμα, σύμφωνα με το οποίο οι γνώσεις συγκροτούνται από το ίδιο το υποκείμενο.  Κάββουρα Δώρα, «Διδακτική της Ιστορίας», Επιστήμη, Διδασκαλία, Μάθηση, Μεταίχμιο, Αθήνα 2011, σ.   σ. 62
[3] Το ποια  ιστορία θα διδαχθεί στο σχολείο προσδιορίζεται από πολλαπλούς παράγοντες τόσο συγκυριακούς όσο και δομικούς: τον βαθύτερο κρατικό παρεμβατισμό στα εκπαιδευτικά πράγματα , τις επικρατούσες κοινωνικά αντιλήψεις για τους στόχους της διδασκαλίας, τους συσχετισμούς δυνάμεων στο επίπεδο όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις και οι απόψεις για τον τρόπο παραγωγής της γνώσης , ιστορικής και άλλης.», Αβδελά, Έφη,    «Ιστορία και Σχολείο», Νήσος,  Αθήνα 1998, σ. 79.
[4] Αβδελά, Έφη, ό.π., (1998),   σσ. 40-45
[5] Κόκκινος Γεώργιος, «Η διδακτική της Ιστορίας. Διεπιστημονικό αλλά και αυτόνομο γνωστικό αντικείμενο. Η ελληνική απόκλιση»  Μνήμων 20, Αθήνα 1998,  σ. 254
[6] Μακαρατζής, Γεώργιος,  «Η ένταξη της πολυπρισματικότητας στο μάθημα της ιστορίας. Μια έρευνα- δράση στο πρωτοβάθμιο σχολείο». Ανέκδοτη Διδακτορική διατριβή,  ΑΠΘ,   Θεσσαλονίκη 2017, σ. 67  Ανάκτηση  18.12.2019 http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/40177#page/1/mode/2up
[7] Ο όρος καθιερώθηκε από το έργο του Rogers, P., The New History: Theory into Practice. Αναφέρεται στη νέα αντίληψη για τη διδακτική της ιστορίας και όχι τη σχολή της Νέας Ιστορίας. Κάββουρα Δώρα,  «Διδακτική της Ιστορίας. Επιστήμη, Διδασκαλία, Μάθηση», Μεταίχμιο, Αθήνα 2011, σ.64

[8] Μαρία Σφυρόερα, «Βασικές έννοιες της θεωρίας του Bruner και η σχέση τους με την εκπαιδευτική διαδικασία»,  Σύγχρονες Διδακτικές Προσεγγίσεις Ι: Αξιοποίηση βασικών θεωρητικών εννοιών στην εκπαιδευτική πράξη, Σχολή Επιστημών της Αγωγής Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία, ΕΚΠΑ. Ανάκτηση 19.10.2019 https://opencourses.uoa.gr/modules/document/file.php/ECD111PDF/ENOTHTA204.pdf
[9] Μαυροσκούφης Δ.. «Αναζητώντας τα ίχνη της Ιστορίας. Ιστοριογραφία, διδακτική μεθοδολογία και ιστορικές πηγές», Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2005 σ.152

[10] Husbands Chris, «Τι σημαίνει Διδασκαλία της Ιστορίας; Γλώσσα, ιδέες και νοήματα», Μετάφραση Λυκούργος, Μεταίχμιο, Α. Αθήνα 2004,σ.33

[11] Αποστολίδου Ελένη,  «Από την ‘ενσυναίσθηση’ στην ‘πολυπρισματικότητα’: αλλαγές στις διδακτικές προτεραιότητες στο σχολείο, αλλαγές στις πολιτικές προτεραιότητες». Επιστημονική Επετηρίδα Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 25, 2013.  Ανάκτηση 19.12.2019 http://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/5854
[12] Αποστολίδου Ελένη, 2013, ό.π.
[13] Αποστολίδου Ελένη,  «Η ιστορία στην εκπαίδευση». Χρόνος, 33, 2016. Ανάκτηση 19.12.2019 http://www.chronosmag.eu/index.php/psle-s-s-pes-sps.html

[14] Καψάλης Α. – Χαραλάμπους Δ., «Σχολικά Εγχειρίδια, Θεσμική Εξέλιξη και Σύγχρονη Προβληματική», Εκδ. Έκφραση, Αθήνα 1995, σελ. 125
[15] Αβδέλα Έφη., «Ιστορία και Σχολείο», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Εκδ. Υπηρεσία
δημοσιευμάτων, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 13
[16] Αβδέλα Έφη., οπ. π. σελ. 14
[17] Αβδέλα Έφη., οπ. π. σελ. 15
[18] Αβδέλα Έφη., οπ. π. σελ. 16
[19] Αβδέλα Έφη., οπ. π. σελ. 17
[20] Παληκίδης Άγγελος, «Ο ρόλος της εικόνας στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (1950-2000). Διδακτική, ιδεολογική και αισθητική λειτουργία των εικόνων», Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2007, σσ. 19-525, στο https://goo.gl/DgDyr6, Ημερομηνία πρόσβασης 15/12/2019 
[21] Τα νέα Προγράμματα Σπουδών για το Μάθημα της Ιστορίας στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση και στην Α΄ Λυκείου. Ανάκτηση  24.12.2019  https://www.esos.gr/sites/default/files/articles-legacy/2018-11-02_ps_istorias_eisagogi.pdf
[22] Παληκίδης Άγγελος, «Εισαγωγή», στο, Παληκίδης Άγγελος (επιμ.), «Κριτικές προσεγγίσεις του ναζιστικού φαινομένου. Από την ιστοριογραφία και την πολιτική θεωρία στη σχολική ιστορική μάθηση», Επίκεντρο, Αθήνα 2013, σσ.  . 11-12. 
[23] Ομιλίας του Κ. Τσάτσου : Οι κομμουνισταί, Κύριοι, οι οποίοι ξέρουν την δουλειά τους καλλίτερα από μας, παρεισάγουν την διδασκαλίαν της ιδικής των αγωγής του πολίτου εις τα πλέον άσχετα προς αυτήν μαθήματα(…)Διατί τάχα τα ελεύθερα Έθνη να μην έχουν την ευχέρειαν να κάνουν τον ίδιον αγώνα δια τα ιδικά των ιδεώδη ; Δι’ αυτό επιμένω ότι παραλλήλως προς την διδασκαλίαν της αγωγής του πολίτου, του παλαιού καθαρώς περιγραφικού τύπου, πρέπει το παιδί να διδαχθή την ουσίαν της Πολιτείας και να αποκτήση συνείδησιν της ανωτερότητος της Δημοκρατίας έναντι του κομμουνισμού. Εις την προσπάθειαν αυτήν πρέπει να μας διέπη η θεμελιώδης αλήθεια, ότι ο κομμουνισμός δεν καταπολεμείται με άρνησιν μόνον, όπως, δυστυχώς, πάντοτε επεχειρήθη εις τον τόπον αυτόν. Χρειάζεται και αντίθετον θέσιν. Από την εποχή όμως κατά την οποίαν έπεσεν η Μεγάλη Ιδέα, το έθνος μας δεν ευρήκεν ακόμη τον μύθον, προς τον οποίον να στρέψη την νεολαία του. Ημείς, οι οποίοι έχομεν ένα τέτοιον θησαυρόν ιδανικών μέσα εις την ιστορίαν μας, δεν έχομεν παρά να στρέψωμεν προς τα εκεί το βλέμμα μας, δια να εύρωμεν την  αντικομμουνιστικήν θέσιν και να την αντιτάξωμεν εις τα κηρύγματα των μαρξιστών. Ατυχώς αντ’αυτού εσυνηθίσαμεν να καταφεύγωμεν εις τα επιχειρήματα της αρνήσεως. Ομολογούμεν δια τας σφαγάς και δια τα εγκλήματα. Δεν πρέπει όμως να διαφεύγη Κύριοι, ότι επέρασε πλέον η περίοδος των σφαγών και των εγκλημάτων. Ο κομμουνισμός θα χρησιμοποιήση εις το εξής άλλας μεθόδους δια να μας πολεμήση. Άλλωστε ύστερα από ολίγον καιρόν τα παιδιά μας θα έχουν λησμονήσει τα κομμουνιστικά εγκλήματα και θα έχη εξαφανισθή από την συνείδησίν των η φρίκη της αναμνήσεώς των(…)Εάν επιμένω εις τον νέον τύπον ιδασκαλίας της αγωγής του πολίτου είναι διότι αισθάνομαι ότι αυτήν την στιγμή χρειάζεται ιστορική αυτοσυνείδησις, η οποία να προσλάβη ειδικάς μορφάς. Η απλή ιστορία δεν αρκεί να δώση το στοιχείον αυτό. Χρειάζεται να κατανοήση βαθύτατα το παιδί ποίοι είναι οι ιστορικοί λόγοι, δια τους οποίους εις τον τόπον αυτόν δεν έχει θέσιν ο κομμουνισμός. Χρειάζεται θεμελίωσιν η κοινωνική και πολιτική του συνείδησις. Πρέπει να δώσωμεν απαντήσεις εις τα μεγάλα ερωτήματα που ανακύπτουν μέσα εις τας ανησύχους ψυχάς των παιδιών μας.(…)Είναι γεγονός, ότι κυρίως τα ανήσυχα και ζωντανά πνευματικώς παιδιά κινδυνεύουν να παγιδευθούν από τα κομμουνιστικά κηρύγματα. Διότι γεννώνται μέσα των ερωτήματα, εις τα οποία η Πολιτεία δεν φροντίζει πάντοτε να δίδεται εγκαίρως η πρέπουσα απάντησις(…)Εις τον κομμουνισμό θα αντιτάξωμεν την ιδέαν της ελευθερίας και την ιδέαν του ανθρώπου όπως εμφανίζεται εις τον αρχαίον ελληνικόν πολιτισμόν(…)Θα εξηγήσωμεν διατί “δεν σηκώνει” δουλείαν ο τράχηλος του έλληνος και διατί δεν ανέχεται καθεστώτα βίας, τα οποία ο σλαύος αντιθέτως χρειάζεται δια να υπάρξη. Υπουργείον Εθν. Παιδείας, Πρακτικά Συνεδρίου Εκπαιδευτικών (Γενικών Επιθεωρητών Μέσης και Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως, Επιθεωρητών Δημ. Σχολείων και Υγειον. Επιθεωρητών Σχολείων), Εν Αθήναις, 17 – 22 Οκτωβρίου 1949, σ. 400 – 402.
[24] ΥΠΕΠΘ, Προσκλήσεις, Διαγωνισμοί, Αριθ. Πρωτ. 47525, «Περί του τρόπου της συντάξεως, του χρόνου της υποβολής και της χρήσεως εγχειριδίων Ιστορίας προς χρήσιν των Ε΄ και Στ΄ τάξεων του δημοτικού σχολείου», Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, Παράρτημα, Αρ. φ. 41,
σ.1593, Εν Αθήναις τη 7 Μαΐου 1954
[25] Βλέπουμε να αναφέρεται «Η εκ των Σλαυοκομμουνισμού εχθρική επιβουλή. Οι αγώνες των ετών 1946-1949», καθώς ο προσανατολισμός προς την δύση της πολιτικής εξουσίας «Ηνωμένα Έθνη και η συμμετοχή μας εις τον πόλεμον της Κορέας».  Β.Δ. «Περί του αναλυτικού προγράμματος των Πατριδογνωστικών μαθημάτων του Δημοτικών Σχολείων» (Φ.Ε.Κ. 14/30.1.1957). Αναφέρετε στην ΣΤ΄ τάξη. Στην 11η ενότητα «Η Περίοδος από του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και Εντεύθεν»
[26] Kαψάλης A.Γ., Xαραλάμπους, Δ.Φ., «Σχολικά εγχειρίδια. Θεσμική εξέλιξη και σύγχρονη προβληματική», Μεταίχμιο, Aθήνα2008, σ.140-141

[27] Β.Δ. 702/1969, «Περί του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος των   μαθημάτων του Δημοτικού Σχολείου» (Φ.Ε.Κ. 218/31.10.1969). Αναφέρετε στην ΣΤ΄ τάξη. Στην 4η ενότητα «Η Ελλάδα ως ανεξάρτητον κράτος». Και το βιβλίο που διδάσκονταν οι μαθητές ήταν η Ελληνική Ιστορία των Νεωτέρων Χρόνων του Κωνσταντίνου Σακκαδάκη.
[28] Β.Δ. 723/1969, «Περί του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος των   μαθημάτων των σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης» (Φ.Ε.Κ. 225/10.11.1969). Αναφέρετε στην Γ΄ τάξη Γυμνασίου. Ενότητα «Ελληνική ιστορία από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων μέχρι των καθ΄υμάς χρόνων. Γενική ιστορία από του ΙΕ΄ αιώνος μέχρι των καθ΄ ημάς χρόνων».

[29] Χαραλάμπους Δημήτριος, «Μεταπολίτευση και Εκπαιδευτική Πολιτική», Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2007, σ.105
[30] Βασίλης Κρεμμυδάς, «Ιστορία Nεότερη-Σύγχρονη», Γ΄ Γυμνασίου, Ο.Ε.Δ.Β., Αθήνα 1985, 323-324
[31] Σε αντίθεση με τα Αναλυτικά Προγράμματα του παλαιού τύπου στα οποία δέσποζαν τα  περιεχόμενα διδασκαλίας και μάθησης, τα Curricula χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι έχουν ως αφετηρία στόχους διατυπωμένους με σαφήνεια, ώστε με αυτόν τον τρόπο να είναι δυνατός ο έλεγχος της εκπλήρωσής τους.
[32] Υ.Α. 21072α/Γ2 «Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (Α.Π.Σ.) Δημοτικού –Γυμνασίου», Φ.Ε.Κ. 303/13-03-2003, τ. Β΄, σ. 3938. 
[33] Ο Νίκος Φίλης, υπήρξε ένα πρωτοποριακός Υπουργός Παιδείας κατά κοινή ομολογία στους εκπαιδευτικούς και επιστημονικούς κύκλους και ας μην είχε πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αναγκάστηκε σε παραίτηση μετά την κόντρα του με την κροτούσα  αναχρονιστική μεσαιωνική εξουσία.
[34] Ανάκτηση 25.12.2019,  https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/196687_allazei-mathima-tis-istorias-o-filis-na-didasketai-o-emfylios-enishyei-tin
[35] Ανάκτηση 25.12.2019 http://www.iep.edu.gr/images/IEP/EPISTIMONIKI_YPIRESIA/Epist_Monades/B_Kyklos/Humanities/2018/2018-11-02_ps_istorias_eisagogi.pdf
[36] https://www.tovima.gr/2019/09/06/politics/pyra-gavroglou-kata-kerameos-me-fonto-to-mathima-tis-istorias/
[37] Το αίτημα αυτό  εισχώρησε  στην ελληνική εκπαίδευση με τη δημοσίευση του Διαθεματικού Ενιαίου Πλαισίου Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ. Φ.Ε.Κ 1366 18-10-2001) και το 2018 με την εισήγηση στις αλλαγές του προγράμματος  σπουδών του μαθήματος της ιστορίας από το   Ινστιτούτο  Εκπαιδευτικής Πολιτικής.
[38] Παληκίδης Άγγελος, Ανάκτηση 16.12.2019 http://www.occupation-memories.org/downloads/Palikidis-Katoxi-os-antikeimeno-didaskalias.pdf





















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ο Έβρος Μετά τον Πόλεμο «Το ματωμένο ποτάμι».

  Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο Έβρος ποταμός υπήρξε το κυριότερο πέρασμα για τους πολίτες κυρίως της Θράκης που κατέφευγαν   στο Κάιρο της...