Από τον 19ο αιώνα ο όρος μουσείο καθιερώνεται για να περιγράψει ένα ίδρυμα μόνιμο, μη κερδοσκοπικό, το οποίο υπηρετεί την κοινωνία και την ανάπτυξη της και είναι ανοικτό στο κοινό. Στόχος του είναι η απόκτηση, η συντήρηση, η μελέτη, η κοινοποίηση και η έκθεση των υλικών μαρτυριών του ανθρώπου και του περιβάλλοντος του με σκοπό την έρευνα, την εκπαίδευση και ψυχαγωγία.
Οι πρώτες συλλογές ήταν κατά βάση ιδιωτικές και απευθύνονταν σε ένα κοινό εξειδικευμένο: επιστήμονες, μέλη της αριστοκρατίας ή φυσιοδίφες. Από τον 18ο αιώνα, όμως, οι συλλογές από ιδιωτικές μετεξελίσσονται σε δημόσιες και γίνονται προσβάσιμες στο ευρύτερο κοινό.
Στην Ελλάδα, τα πρώτα μουσεία που ιδρύονται στις αρχές του 19ου αιώνα είναι δημόσια ιδρύματα και στοχεύουν, σχεδόν αποκλειστικά, στη φύλαξη των αρχαιοτήτων. Συνδέονται, δε άρρηκτα με τις επιδιώξεις του νέου κράτους για την απόδειξη της αρχαιοελληνικής καταγωγής των Νεοελλήνων, γι΄ αυτό και είναι στραμμένο προς την κλασική αρχαιότητα. Ο συγκεκριμένος προσανατολισμός και στόχος των πρώτων ελληνικών μουσείων είναι ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο τα πολιτικά και κοινωνικά περιβάλλοντα της εποχής αντικατοπτρίζονται στον τρόπο διαχείρισης των μουσειακών συλλογών, θέτοντας το ερώτημα κατά πόσο αντικειμενική μπορεί να είναι μία έκθεση μουσείου.
Στην εργασία που ακολουθεί θα αναφερθούμε στην υποθετική περίπτωση του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσημβρίας – Ζώνης δίνοντας, αρχικά, το ιστορικό της ίδρυσης του, καθώς και στοιχεία που αφορούν στην οργάνωση του χώρου. Στη συνέχεια θα αναλυθούν οι βασικές λειτουργίες του μουσείου.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ – ΣΤΟΧΟΙ
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Μεσημβρίας – Ζώνης στεγάζεται σε ένα κτίσμα που εξ΄ αρχής κατασκευάστηκε για τη συγκεκριμένη μουσειακή χρήση. Βρίσκεται δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο, λίγα χιλιόμετρα έξω από το χωριό Δίκελλα. Πρόκειται για ένα μοντέρνο κτίσμα σεβόμενο την ελληνική αρχιτεκτονική παράδοση και εκμεταλλευόμενο το φως της ελληνικής γης με τετράγωνη δωρική κάτοψη και δήκλειτη οροφή, ώστε να είναι πλήρως ενταγμένο στο περιβάλλον. Περιλαμβάνει το ισόγειο, ένα υπόγειο και ένα στεγασμένο υπαίθριο χώρο. Στον ισόγειο χώρο λειτουργεί η υπηρεσία υποδοχής, η έκθεση, ο χώρος ηλεκτρονικής πληροφόρησης, η αίθουσα σεμιναρίων, το πωλητήριο και στεγάζονται οι διοικητικές υπηρεσίες. Ο υπόγειος χώρος φιλοξενεί τις υπηρεσίες συντήρησης των αντικειμένων, την αποθήκη όπου φυλάσσονται τα αντικείμενα που βρίσκονται στο εκθετήριο και την αίθουσα προετοιμασίας της έκθεσης. Ο εξωτερικός χώρος λειτουργεί ως χώρος αναψυχής και ανάπαυσης του κοινού. Προτιμήθηκε η ανέγερση του μουσείου κοντά στον αρχαιολογικό χώρο για να δοθεί έναυσμα στο κοινό για μια επίσκεψη στο χώρο από όπου προήλθαν τα αντικείμενα, με σκοπό τη σύνδεση τους με το φυσικό τους περιβάλλον. Η ίδρυση του μουσείου ανέκυψε από την ανάγκη να στεγαστούν τα ευρήματα της ανασκαφικής δραστηριότητας στο συγκεκριμένο χώρο, που προσωρινά φιλοξενούνταν στο Αρχαιολογικό μουσείο Κομοτηνής.
Πρόκειται για χάλκινα και χρυσά νομίσματα, επίχρυσα και ασημένια αναθηματικά πλακίδια, ειδώλια, μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, ένας παναθηναϊκός αμφορέας, αττικά μελανόμορφα αγγεία, ένα επιτύμβιο ανάγλυφο με την άμαξα, ένα άγαλμα νέου της ελληνιστικής εποχής, ένα άγαλμα κούρου , αρχιτεκτονικά υπολείμματα, οργανικά υλικά, και τέλος περίτεχνα χρυσά ενώτια και βραχιόλια. Τα αντικείμενα χρονολογούνται στον 6ο, 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Σκοπός του μουσείου είναι η παρουσίαση των αρχαιολογικών ευρημάτων στο κοινό, ώστε να γίνει γνωστή η ιστορία της περιοχής, καθώς και τρόπος ζωής των κατοίκων τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Είναι ένα κρατικό, τοπικό αρχαιολογικό μουσείο που σκοπεύει να προσελκύσει φοιτητές, μαθητές, εκπαιδευτικούς, επιστήμονες ( αρχαιολόγους, πολιτισμολόγους, ιστορικούς, κοινωνιολόγους κ.ά), καθώς και μη εξειδικευμένο κοινό, όχι μόνο του ντόπιου πληθυσμού αλλά και ξένου. Θέμα του είναι η ζωή στην αρχαία Μεσημβρία – Ζώνη από τον 6ο έως και τον 4ο αιώνα π.Χ.
ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Πριν περάσουμε στην εξέταση των βασικών λειτουργιών του μουσείου είναι σκόπιμο να διευκρινιστούν οι όροι συλλογή και μουσειακά αντικείμενα, που θα αναλυθούν περαιτέρω. Τα μουσειακά αντικείμενα είναι επιλεγμένα κομμάτια του φυσικού ή τεχνηκού κόσμου τα οποία εμπεριέχουν δύο επίπεδα: τη φυσική τους υπόσταση και την πολιτισμική τους σημασία. Συλλογή είναι το σύνολο επιλεγμένων αντικειμένων που έχουν συγκεντρωθεί σκόπιμα από ένα άτομο ή ομάδα για κάποιο συμβολικό λόγο και αποσκοπεί στη διαμόρφωση του περιβάλλοντος του συλλέκτη και της εικόνας του κόσμου που θα παραδοθεί στις επόμενες γενιές. και οι δύο όροι, εξ΄αρισμού, εμπεριέχουν το υποκειμενικό στοιχείο, γεγονός που θα πρέπει να προβληματίζει σε σχέση με την εικόνα του παρελθόντος που μας δίνεται.
Οι βασικές λειτουργίες των μουσείων εξελίσσονται γύρο από τρία αλληλοεξαρτώμενα πεδία: τη διαχείριση των συλλογών, την έκθεση και την επικοινωνία με το κοινό. Τις λειτουργίες αυτές θα τις παρακολουθήσουμε μέσα από το υποθετικό παράδειγμα του αρχαιολογικού μουσείου που προαναφέραμε.
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
Τα ευρήματα πέρασαν στην ιδιοκτησία του νέου μουσείου κατόπιν δωρεάς από το μουσείο της Κομοτηνής, ταξινομήθηκαν σε κατηγορίες (ειδώλία, αγγεία, κοσμήματα κ.λ.π.), ώστε να ακολουθήσει η μελέτη και η έρευνα των αντικειμένων από την ομάδα των αρχαιολόγων. Η μελέτη των αντικειμένων έγινε σύμφωνα με τη μέθοδο Susan Pearce και εξετάστηκε η χρονολογία κατασκευής, το σχήμα, η τεχνοντροπία, το υλικό, ο συγκεκριμένος χώρος στον οποίο εντοπίστηκε (κατοικία, τάφος), αν αναφέρονται κείμενα που μαρτυρούν τη χρήση του αντικειμένου, ομοιότητες ή διαφορές με ανάλογα αντικείμενα άλλων περιοχών, αν υπήρχαν άλλα αντικείμενα με παρόμοια χρήση στην περιοχή ή αν εντοπίζονται κοινά διακοσμητικά μοτίβα μεταξύ διαφορετικής χρήσης αντικειμένων. Όλη η παραπάνω έρευνα αποσκοπεί στο να εντοπιστεί η πολιτισμική τους σημασία.
Στη συνέχεια, τα αντικείμενα τεκμηριώθηκαν σύμφωνα με τους κανονισμούς του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων που προτείνει μια συγκεκριμένη διαδικασία. Αρχικά έγινε η προσωρινή τους εγγραφή στο βιβλίο εισαγωγής όπου αναφέρεται το όνομα του δωρητή και δόθηκε μόνιμος αριθμός στο καθένα από αυτά. Ακολούθησε η καταγραφή των αντικειμένων και των πληροφοριών που τα αφορούν, με ηλεκτρονικό τρόπο. Τέλος, συστάθηκε κατάλογος που εγγράφονται οι μετακινήσεις των αντικειμένων, τόσο στο εσωτερικό του μουσείου (χώρος συντήρησης, έκθεση, χώρος αποθήκευσης), όσο και έξω από αυτό (στην περίπτωση που χρειαστεί να δανειστεί σε άλλο μουσείο).
Σημαντικό στοιχείο στην όλη λειτουργία του μουσείου αποτελεί η μέριμνα που σχετίζεται με την προστασία της συλλογής. Επικεφαλής του τμήματος είναι ο συντηρητής, που σε συνεργασία με τον επιμελητή του μουσείου αποφασίζει ποια από τα αντικείμενα χρειάζονται επέμβαση. Ο ίδιος ελέγχει αν τηρούνται οι προϋποθέσεις για την ασφαλή διατήρηση των αντικειμένων, αν τα επίπεδα υγρασίας είναι στα φυσιολογικά όρια ή αν τηρούνται οι κανόνες ασφαλείας για την αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων, όπως φωτιά, κλοπή, πλημμύρες. Σε συνεργασία με τους τεχνικούς ελέγχει το φωτισμό, έτσι ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος αλλοίωσης των αντικειμένων. Απαραίτητη κρίθηκε η ύπαρξη φυλάκων που ελέγχουν τον εξωτερικό και εσωτερικό χώρο. Τα αντικείμενα που έχουν αρχίσει να καταστρέφονται μεταφέρονται στο χώρο συντήρησης, όπου ο συντηρητής με μια ομάδα εξειδικευμένου προσωπικού επεμβαίνει ώστε να εξουδετερωθούν οι μηχανισμοί που προκαλούν την καταστροφή. Οι τρόποι για να συμβεί αυτό απαιτήθηκε να είναι όσο το δυνατόν πιο ανώδυνοι. Την διαδικασία της συντήρησης ακολουθεί η αποκατάσταση, δηλαδή η επαναφορά των αντικειμένων στην αρχική τους μορφή, σύμφωνα με τις τελευταίες τάσεις, που αφορούν στη διαχείριση των μουσειακών συλλογών και οι οποίες αποφεύγουν τις μεγάλες επεμβάσεις. Ωστόσο, όπου θεωρηθεί απαραίτητο να γίνουν, θα πρέπει να είναι ορατές και να μπορούν εύκολα να απομακρυνθούν στα στοιχεία που έχουν προστεθεί. Απαραίτητη κρίθηκε η σύσταση καταλόγου, όπου αναφέρονται λεπτομερώς όλες οι επεμβάσεις.
Στο μουσείο συστάθηκε επιστημονικό τμήμα το οποίο μελετά τα αντικείμενα μετά τη διαδικασία της συντήρησης, ώστε να εντοπιστούν τυχόν νέα στοιχεία που πριν δεν ήταν ορατά. Το ίδιο τμήμα ασχολείται και με την χρονολόγηση των αντικειμένων.
ΕΚΘΕΣΗ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ
Η έκθεση των αντικειμένων βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου και διαθέτει ξεχωριστεί είσοδο και έξοδο, για να διευκολύνει την κυκλοφορία του κοινού. Πρόκειται για ένα ελεύθερο χώρο, ώστε να υπάρχει ορατότητα και να μπορεί ο επισκέπτης να επιλέγει το σημείο που τον ενδιαφέρει. Στην είσοδο του εκθετηρίου υπάρχει χάρτης της περιοχής και κείμενο που αναφέρεται στην ιστορία της αρχαιολογικής θέσεις, με στοιχεία όπως το πότε έφτασαν οι πρώτη κάτοικοι, από πού προήλθαν ή πότε έγινε η πρώτη ανασκαφή. Στο ίδιο σημείο έχει τοποθετηθεί εννοιολογικός χάρης που περιγράφει το πώς είναι οργανωμένη η έκθεση με σκοπό την διευκόλυνση του κοινού ως προς την επιλογή των θέσεων που θέλει να επισκεφθεί.
Τα αντικείμενα είναι τοποθετημένα κατά χρονολογική σειρά: 6ος, 5ος, 4ος αιώνας π.Χ., με στόχο το κοινό να μπορεί να κατανοήσει τις κοινωνικές, θρησκευτικές, τεχνολογικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις της εξεταζόμενης περιόδου. Πρόκειται για μια ταξινομική έκθεση. παράλληλα, η κάθε χρονική περίοδος διαιρείται θεματικά, ανάλογα με τη χρήση των αντικειμένων: θρησκευτική ζωή, δημόσιος βίος, ιδιωτικώς βίος, ταφικά έθιμα. Δίνεται μ΄ αυτόν τον τρόπο μια έστω και αποσπασματική εικόνα της ζωής των αρχαίων κατοίκων της περιοχής. Στα σημεία όπου εκτίθενται τα αντικείμενα κεραμικής υπάρχουν ανοικτές προθήκες με όστρακα και αγγεία, που επιτρέπεται να αγγίξουν οι επισκέπτες. Έρχονται, λοιπόν σε άμεση επαφή με ένα κομμάτι του παρελθόντος και ταυτόχρονα αποκτούν κάποιες γνώσεις που αφορούν στις τεχνοτροπίες. Επομένως ως προς τη συμμετοχή του κοινού, μπορεί να χαρακτηριστεί συμμετοχική έκθεση.
Τα περισσότερα εκθέματα είναι τοποθετημένα σε γυάλινες προθήκες, εκτός από τα αγάλματα και τις επιτύμβιες στήλες, για να προστατεύονται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες και από τυχόν ατυχήματα. Ο μεγαλύτερος αριθμός των εκθεμάτων διατάσσεται κατά παράταξη (οργάνωση διάδρομος), υπάρχουν, ωστόσο, αντικείμενα διάσπαρτα στο χώρο, ώστε να αποφεύγεται η μονοτονία. Παρά το γεγονός ότι ο χώρος είναι ανοικτός, η χρονολογική τοποθέτηση των αντικειμένων και η ξεχωριστεί είσοδος και έξοδος δημιουργούν μια γραμμική διαδρομή. Πάνω από την κάθε ομάδα εκθεμάτων υπάρχουν πινακίδες με κείμενα που συνέταξαν οι αρχαιολόγοι, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, που δίνουν λεπτομέρειες για το είδος του εκθέματος, την χρήση του, το σημείο όπου εντοπίστηκε, καθώς και φωτογραφικό υλικό από την ανασκαφή.
Ο φωτισμός είναι σημειακός και πιο έντονος στα χαρακτηριστικά του εκθέματος της κάθε περιόδου, για να προκαλείται η προσοχή των επισκεπτών και να σηματοδοτείται από μακριά η κάθε θεματική ενότητα.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΚΟΙΝΟ
Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά το 1970, τα μουσεία προσπάθησαν και προσπαθούν να δώσουν την εικόνα ιδρυμάτων σε όλο και ευρύτερο κοινό. Σ΄ αυτό συνετέλεσε η μείωση των κρατικών επιδοτήσεων και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από τη βιομηχανία της ψυχαγωγίας. Τα έσοδα από τους επισκέπτες θεωρούνται πλέον σχηματικοί οικονομικοί πόροι, που καθορίζουν τη βιωσιμότητα και τη λειτουργία του μουσείου. Επιπρόσθετα, καλούνται, ως κοινωφελή ιδρύματα που προάγουν την πνευματική πρόοδο ολόκληρης της κοινωνίας και όχι μόνο ενός μέρους της, να εκπληρώσουν αυτό το σκοπό. Για το λόγο αυτό, τα μουσεία υιοθετούν μεθόδους marketing για την προσέλκυση μεγαλύτερου αριθμού επισκεπτών και εκπαιδευτικές μεθόδους ενταγμένες στις μεταμοντέρνες τάσεις, που αμφισβητούν την κατευθυνόμενη γνώση, αναγνωρίζοντας τη διαφορετικότητα. Μέσα στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και το επικοινωνιακό πρόγραμμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσημβρίας – Ζώνης.
Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος προσέλκυσης του κοινού ξεκίνησε από τον αρχικό σχεδιασμό του κτιρίου: Η εξωτερική του μορφή είναι τέτοια, που το αποσυνδέει από τις μορφές των παραδοσιακών μουσείων τα οποία αρκετές φορές «τρομάζουν» ή και απωθούν τους επισκέπτες, ιδιαίτερα αυτούς της νεαρής ηλικίας. Στο σχεδιασμό έχει προβλεφθεί είσοδος για τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στην στεγασμένη εξωτερική αυλή λειτουργεί αναψυκτήριο, όπου οι επισκέπτες μπορούν να κάνουν ένα ευχάριστο διάλειμμα. Ο χώρος υποδοχής του κοινού είναι ευρύχωρος, διαθέτει καθίσματα, βεστιάρια και χώρους υγιεινής. Στον ίδιο χώρο λειτουργεί πωλητήριο αναμνηστικών. Στο χώρο υποδοχής μπορεί το κοινό να προμηθευθεί ενημερωτικό φυλλάδιο, το οποίο αναφέρει, περιληπτικά, την ιστορία του μουσείου, την ιστορία της περιοχής, διαθέτει χάρτη του νομού, αναφέρει τις ώρες λειτουργίας του μουσείου και τα τηλέφωνα επικοινωνίας, καθώς και χρήσιμα τηλέφωνα της περιοχής, ώστε να αποτελεί εργαλείο για τον ξένο επισκέπτη, που δεν θα πεταχτεί μετά την απομάκρυνση του από το χώρο. Το ίδιο έντυπο έχει αποσταλεί στα σχολεία της περιοχής, στο Δήμο, στη Νομαρχία, στα ξενοδοχεία και στα ταξιδιωτικά πρακτορεία. Το μουσείο διαθέτει ξεναγούς που μιλούν τις βασικότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Διαθέτει, επίσης, λεωφορείο που ξεκινά από το κέντρο της Αλεξανδρούπολης και εξυπηρετεί τις οργανωμένες ομάδες επισκεπτών, κατόπιν συνεννόησης. Υπάρχει μουσειοπαιδαγωγός, ο οποίος αναλαμβάνει, σε συνεργασία με τους δασκάλους και καθηγητές, να επιμορφώσει τους μαθητές σχολείων, οργανώνοντας εκπαιδευτικά προγράμματα. Για παράδειγμα, ένα πρόγραμμα θα μπορούσε να είναι η επίσκεψη στους χώρους συντήρησης του μουσείου ή στο χώρο ταξινόμησης των μουσειακών αντικειμένων, όπου οι μαθητές μπορούν να παρακολουθήσουν τη διαδικασία στην ταξινόμηση των αντικειμένων, συμμετέχοντας στην παραγωγή γνώσης. Στο χώρο υπάρχει αίθουσα σεμιναρίων, όπου κατά καιρούς οργανώνονται ομιλίες ειδικού ενδιαφέροντος. Ένα θέμα θα μπορούσε να είναι η ζωή των γυναικών στην αρχαία Μεσημβρία – Ζώνη. Για την προβολή των προγραμμάτων κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Το μουσείο διαθέτει χώρο ηλεκτρονικής πληροφόρησης, όπου μπορεί κανείς να βρεί διαφορετικές απόψεις σχετικά με τα αντικείμενα του μουσείου και τη χρήση τους, όπως και διαφορετικές ερμηνείες για την ιστορία του αρχαιολογικού χώρου. Μ΄ αυτόν τον τρόπο ενθαρρύνεται ο επισκέπτης να σταθεί κριτικά απέναντι στη γνώση που του προσφέρεται. Το μουσείο διαθέτει δική του ιστοσελίδα στο διαδίκτιο, η οποία ενημερώνεται συχνά, πληροφορώντας για τα προγράμματα που κάθε φορά «τρέχουν».Τέλος, οι φύλακες του μουσείου έχουν ειδικά εκπαιδευτεί ώστε να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους χώρους του μουσείου, τα προγράμματα, ακόμη και με τα αντικείμενα που θα συναντήσουν οι επισκέπτες στο χώρο της έκθεσης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η λειτουργεία του μουσείου αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί χρόνο, χρήμα και κυρίως τη συνεργασία πολλών επιστημονικών πεδίων. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της λειτουργίας του αποτελεί η σχέση του με το κοινό. Μέχρι πολύ πρόσφατα το μουσείο θεωρούνταν ίδρυμα που αφορούσε λίγους, το εξειδικευμένο κοινό, που ήταν εύκολο να κατανοήσει τη «γλώσσα» του. Σ΄ αυτό συνετέλεσε, σε μεγάλο βαθμό, η πολιτική των ίδιων των μουσείων που απομάκρυνε μια μεγάλη μερίδα επισκεπτών. Σήμερα, μέσα σε μια εποχή ανταγωνισμού και κάτω από τις νέες εξελίξεις στους τομείς της γλωσσολογίας, της κοινωνιολογίας και της λογοτεχνικής κριτικής, που αφορούν στον επαναπροσδιορισμό των όρων: επικοινωνία και γνώση, τα μουσεία επανεξετάζουν το ρόλο τους. Ο μουσειακός χώρος δεν θεωρείται πλέον χώρος της αυθεντίας, ούτε το κοινό παθητικός δέκτης του μηνύματος που κατευθύνεται από το μουσείο. Αντίθετα ενθαρρύνεται ο ερμηνευτικός πλουραλισμός με μια σειρά τρόπων και μεθόδων, μερικούς από τους οποίους παρακολουθήσαμε στα προηγούμενα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γκαζή Α., ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΟΥΣΕΣ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ: Η Ιστορία ενός θεσμού δια μέσου των αιώνων, Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 70, Μάρτιος 1999
Hooper-Greenhill E., Σκέψεις για τη Μουσειακή Εκπαίδευση και Επικοινωνία στη Μεταμοντέρνα Εποχή, Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 72, Αθήνα 1999
Merriman Ν., Ανοίγοντας τα Μουσεία στο Κοινό, Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 72, Αθήνα 1999
Μπούνια Α., Συλλογές και Συλλέκτες στην Αρχαία Ρώμη: 1ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ., Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 73, Αθήνα 1999
Νούσια Τ., Ζητήματα Μουσειακών Σπουδών, Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο, Τόμος Γ΄, ΕΑΠ, Πάτρα 2003
Οι πρώτες συλλογές ήταν κατά βάση ιδιωτικές και απευθύνονταν σε ένα κοινό εξειδικευμένο: επιστήμονες, μέλη της αριστοκρατίας ή φυσιοδίφες. Από τον 18ο αιώνα, όμως, οι συλλογές από ιδιωτικές μετεξελίσσονται σε δημόσιες και γίνονται προσβάσιμες στο ευρύτερο κοινό.
Στην Ελλάδα, τα πρώτα μουσεία που ιδρύονται στις αρχές του 19ου αιώνα είναι δημόσια ιδρύματα και στοχεύουν, σχεδόν αποκλειστικά, στη φύλαξη των αρχαιοτήτων. Συνδέονται, δε άρρηκτα με τις επιδιώξεις του νέου κράτους για την απόδειξη της αρχαιοελληνικής καταγωγής των Νεοελλήνων, γι΄ αυτό και είναι στραμμένο προς την κλασική αρχαιότητα. Ο συγκεκριμένος προσανατολισμός και στόχος των πρώτων ελληνικών μουσείων είναι ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο τα πολιτικά και κοινωνικά περιβάλλοντα της εποχής αντικατοπτρίζονται στον τρόπο διαχείρισης των μουσειακών συλλογών, θέτοντας το ερώτημα κατά πόσο αντικειμενική μπορεί να είναι μία έκθεση μουσείου.
Στην εργασία που ακολουθεί θα αναφερθούμε στην υποθετική περίπτωση του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσημβρίας – Ζώνης δίνοντας, αρχικά, το ιστορικό της ίδρυσης του, καθώς και στοιχεία που αφορούν στην οργάνωση του χώρου. Στη συνέχεια θα αναλυθούν οι βασικές λειτουργίες του μουσείου.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ – ΣΤΟΧΟΙ
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Μεσημβρίας – Ζώνης στεγάζεται σε ένα κτίσμα που εξ΄ αρχής κατασκευάστηκε για τη συγκεκριμένη μουσειακή χρήση. Βρίσκεται δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο, λίγα χιλιόμετρα έξω από το χωριό Δίκελλα. Πρόκειται για ένα μοντέρνο κτίσμα σεβόμενο την ελληνική αρχιτεκτονική παράδοση και εκμεταλλευόμενο το φως της ελληνικής γης με τετράγωνη δωρική κάτοψη και δήκλειτη οροφή, ώστε να είναι πλήρως ενταγμένο στο περιβάλλον. Περιλαμβάνει το ισόγειο, ένα υπόγειο και ένα στεγασμένο υπαίθριο χώρο. Στον ισόγειο χώρο λειτουργεί η υπηρεσία υποδοχής, η έκθεση, ο χώρος ηλεκτρονικής πληροφόρησης, η αίθουσα σεμιναρίων, το πωλητήριο και στεγάζονται οι διοικητικές υπηρεσίες. Ο υπόγειος χώρος φιλοξενεί τις υπηρεσίες συντήρησης των αντικειμένων, την αποθήκη όπου φυλάσσονται τα αντικείμενα που βρίσκονται στο εκθετήριο και την αίθουσα προετοιμασίας της έκθεσης. Ο εξωτερικός χώρος λειτουργεί ως χώρος αναψυχής και ανάπαυσης του κοινού. Προτιμήθηκε η ανέγερση του μουσείου κοντά στον αρχαιολογικό χώρο για να δοθεί έναυσμα στο κοινό για μια επίσκεψη στο χώρο από όπου προήλθαν τα αντικείμενα, με σκοπό τη σύνδεση τους με το φυσικό τους περιβάλλον. Η ίδρυση του μουσείου ανέκυψε από την ανάγκη να στεγαστούν τα ευρήματα της ανασκαφικής δραστηριότητας στο συγκεκριμένο χώρο, που προσωρινά φιλοξενούνταν στο Αρχαιολογικό μουσείο Κομοτηνής.
Πρόκειται για χάλκινα και χρυσά νομίσματα, επίχρυσα και ασημένια αναθηματικά πλακίδια, ειδώλια, μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, ένας παναθηναϊκός αμφορέας, αττικά μελανόμορφα αγγεία, ένα επιτύμβιο ανάγλυφο με την άμαξα, ένα άγαλμα νέου της ελληνιστικής εποχής, ένα άγαλμα κούρου , αρχιτεκτονικά υπολείμματα, οργανικά υλικά, και τέλος περίτεχνα χρυσά ενώτια και βραχιόλια. Τα αντικείμενα χρονολογούνται στον 6ο, 5ο και 4ο αιώνα π.Χ. Σκοπός του μουσείου είναι η παρουσίαση των αρχαιολογικών ευρημάτων στο κοινό, ώστε να γίνει γνωστή η ιστορία της περιοχής, καθώς και τρόπος ζωής των κατοίκων τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Είναι ένα κρατικό, τοπικό αρχαιολογικό μουσείο που σκοπεύει να προσελκύσει φοιτητές, μαθητές, εκπαιδευτικούς, επιστήμονες ( αρχαιολόγους, πολιτισμολόγους, ιστορικούς, κοινωνιολόγους κ.ά), καθώς και μη εξειδικευμένο κοινό, όχι μόνο του ντόπιου πληθυσμού αλλά και ξένου. Θέμα του είναι η ζωή στην αρχαία Μεσημβρία – Ζώνη από τον 6ο έως και τον 4ο αιώνα π.Χ.
ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Πριν περάσουμε στην εξέταση των βασικών λειτουργιών του μουσείου είναι σκόπιμο να διευκρινιστούν οι όροι συλλογή και μουσειακά αντικείμενα, που θα αναλυθούν περαιτέρω. Τα μουσειακά αντικείμενα είναι επιλεγμένα κομμάτια του φυσικού ή τεχνηκού κόσμου τα οποία εμπεριέχουν δύο επίπεδα: τη φυσική τους υπόσταση και την πολιτισμική τους σημασία. Συλλογή είναι το σύνολο επιλεγμένων αντικειμένων που έχουν συγκεντρωθεί σκόπιμα από ένα άτομο ή ομάδα για κάποιο συμβολικό λόγο και αποσκοπεί στη διαμόρφωση του περιβάλλοντος του συλλέκτη και της εικόνας του κόσμου που θα παραδοθεί στις επόμενες γενιές. και οι δύο όροι, εξ΄αρισμού, εμπεριέχουν το υποκειμενικό στοιχείο, γεγονός που θα πρέπει να προβληματίζει σε σχέση με την εικόνα του παρελθόντος που μας δίνεται.
Οι βασικές λειτουργίες των μουσείων εξελίσσονται γύρο από τρία αλληλοεξαρτώμενα πεδία: τη διαχείριση των συλλογών, την έκθεση και την επικοινωνία με το κοινό. Τις λειτουργίες αυτές θα τις παρακολουθήσουμε μέσα από το υποθετικό παράδειγμα του αρχαιολογικού μουσείου που προαναφέραμε.
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
Τα ευρήματα πέρασαν στην ιδιοκτησία του νέου μουσείου κατόπιν δωρεάς από το μουσείο της Κομοτηνής, ταξινομήθηκαν σε κατηγορίες (ειδώλία, αγγεία, κοσμήματα κ.λ.π.), ώστε να ακολουθήσει η μελέτη και η έρευνα των αντικειμένων από την ομάδα των αρχαιολόγων. Η μελέτη των αντικειμένων έγινε σύμφωνα με τη μέθοδο Susan Pearce και εξετάστηκε η χρονολογία κατασκευής, το σχήμα, η τεχνοντροπία, το υλικό, ο συγκεκριμένος χώρος στον οποίο εντοπίστηκε (κατοικία, τάφος), αν αναφέρονται κείμενα που μαρτυρούν τη χρήση του αντικειμένου, ομοιότητες ή διαφορές με ανάλογα αντικείμενα άλλων περιοχών, αν υπήρχαν άλλα αντικείμενα με παρόμοια χρήση στην περιοχή ή αν εντοπίζονται κοινά διακοσμητικά μοτίβα μεταξύ διαφορετικής χρήσης αντικειμένων. Όλη η παραπάνω έρευνα αποσκοπεί στο να εντοπιστεί η πολιτισμική τους σημασία.
Στη συνέχεια, τα αντικείμενα τεκμηριώθηκαν σύμφωνα με τους κανονισμούς του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων που προτείνει μια συγκεκριμένη διαδικασία. Αρχικά έγινε η προσωρινή τους εγγραφή στο βιβλίο εισαγωγής όπου αναφέρεται το όνομα του δωρητή και δόθηκε μόνιμος αριθμός στο καθένα από αυτά. Ακολούθησε η καταγραφή των αντικειμένων και των πληροφοριών που τα αφορούν, με ηλεκτρονικό τρόπο. Τέλος, συστάθηκε κατάλογος που εγγράφονται οι μετακινήσεις των αντικειμένων, τόσο στο εσωτερικό του μουσείου (χώρος συντήρησης, έκθεση, χώρος αποθήκευσης), όσο και έξω από αυτό (στην περίπτωση που χρειαστεί να δανειστεί σε άλλο μουσείο).
Σημαντικό στοιχείο στην όλη λειτουργία του μουσείου αποτελεί η μέριμνα που σχετίζεται με την προστασία της συλλογής. Επικεφαλής του τμήματος είναι ο συντηρητής, που σε συνεργασία με τον επιμελητή του μουσείου αποφασίζει ποια από τα αντικείμενα χρειάζονται επέμβαση. Ο ίδιος ελέγχει αν τηρούνται οι προϋποθέσεις για την ασφαλή διατήρηση των αντικειμένων, αν τα επίπεδα υγρασίας είναι στα φυσιολογικά όρια ή αν τηρούνται οι κανόνες ασφαλείας για την αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων, όπως φωτιά, κλοπή, πλημμύρες. Σε συνεργασία με τους τεχνικούς ελέγχει το φωτισμό, έτσι ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος αλλοίωσης των αντικειμένων. Απαραίτητη κρίθηκε η ύπαρξη φυλάκων που ελέγχουν τον εξωτερικό και εσωτερικό χώρο. Τα αντικείμενα που έχουν αρχίσει να καταστρέφονται μεταφέρονται στο χώρο συντήρησης, όπου ο συντηρητής με μια ομάδα εξειδικευμένου προσωπικού επεμβαίνει ώστε να εξουδετερωθούν οι μηχανισμοί που προκαλούν την καταστροφή. Οι τρόποι για να συμβεί αυτό απαιτήθηκε να είναι όσο το δυνατόν πιο ανώδυνοι. Την διαδικασία της συντήρησης ακολουθεί η αποκατάσταση, δηλαδή η επαναφορά των αντικειμένων στην αρχική τους μορφή, σύμφωνα με τις τελευταίες τάσεις, που αφορούν στη διαχείριση των μουσειακών συλλογών και οι οποίες αποφεύγουν τις μεγάλες επεμβάσεις. Ωστόσο, όπου θεωρηθεί απαραίτητο να γίνουν, θα πρέπει να είναι ορατές και να μπορούν εύκολα να απομακρυνθούν στα στοιχεία που έχουν προστεθεί. Απαραίτητη κρίθηκε η σύσταση καταλόγου, όπου αναφέρονται λεπτομερώς όλες οι επεμβάσεις.
Στο μουσείο συστάθηκε επιστημονικό τμήμα το οποίο μελετά τα αντικείμενα μετά τη διαδικασία της συντήρησης, ώστε να εντοπιστούν τυχόν νέα στοιχεία που πριν δεν ήταν ορατά. Το ίδιο τμήμα ασχολείται και με την χρονολόγηση των αντικειμένων.
ΕΚΘΕΣΗ – ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΑΚΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ
Η έκθεση των αντικειμένων βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου και διαθέτει ξεχωριστεί είσοδο και έξοδο, για να διευκολύνει την κυκλοφορία του κοινού. Πρόκειται για ένα ελεύθερο χώρο, ώστε να υπάρχει ορατότητα και να μπορεί ο επισκέπτης να επιλέγει το σημείο που τον ενδιαφέρει. Στην είσοδο του εκθετηρίου υπάρχει χάρτης της περιοχής και κείμενο που αναφέρεται στην ιστορία της αρχαιολογικής θέσεις, με στοιχεία όπως το πότε έφτασαν οι πρώτη κάτοικοι, από πού προήλθαν ή πότε έγινε η πρώτη ανασκαφή. Στο ίδιο σημείο έχει τοποθετηθεί εννοιολογικός χάρης που περιγράφει το πώς είναι οργανωμένη η έκθεση με σκοπό την διευκόλυνση του κοινού ως προς την επιλογή των θέσεων που θέλει να επισκεφθεί.
Τα αντικείμενα είναι τοποθετημένα κατά χρονολογική σειρά: 6ος, 5ος, 4ος αιώνας π.Χ., με στόχο το κοινό να μπορεί να κατανοήσει τις κοινωνικές, θρησκευτικές, τεχνολογικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις της εξεταζόμενης περιόδου. Πρόκειται για μια ταξινομική έκθεση. παράλληλα, η κάθε χρονική περίοδος διαιρείται θεματικά, ανάλογα με τη χρήση των αντικειμένων: θρησκευτική ζωή, δημόσιος βίος, ιδιωτικώς βίος, ταφικά έθιμα. Δίνεται μ΄ αυτόν τον τρόπο μια έστω και αποσπασματική εικόνα της ζωής των αρχαίων κατοίκων της περιοχής. Στα σημεία όπου εκτίθενται τα αντικείμενα κεραμικής υπάρχουν ανοικτές προθήκες με όστρακα και αγγεία, που επιτρέπεται να αγγίξουν οι επισκέπτες. Έρχονται, λοιπόν σε άμεση επαφή με ένα κομμάτι του παρελθόντος και ταυτόχρονα αποκτούν κάποιες γνώσεις που αφορούν στις τεχνοτροπίες. Επομένως ως προς τη συμμετοχή του κοινού, μπορεί να χαρακτηριστεί συμμετοχική έκθεση.
Τα περισσότερα εκθέματα είναι τοποθετημένα σε γυάλινες προθήκες, εκτός από τα αγάλματα και τις επιτύμβιες στήλες, για να προστατεύονται από τις περιβαλλοντικές συνθήκες και από τυχόν ατυχήματα. Ο μεγαλύτερος αριθμός των εκθεμάτων διατάσσεται κατά παράταξη (οργάνωση διάδρομος), υπάρχουν, ωστόσο, αντικείμενα διάσπαρτα στο χώρο, ώστε να αποφεύγεται η μονοτονία. Παρά το γεγονός ότι ο χώρος είναι ανοικτός, η χρονολογική τοποθέτηση των αντικειμένων και η ξεχωριστεί είσοδος και έξοδος δημιουργούν μια γραμμική διαδρομή. Πάνω από την κάθε ομάδα εκθεμάτων υπάρχουν πινακίδες με κείμενα που συνέταξαν οι αρχαιολόγοι, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, που δίνουν λεπτομέρειες για το είδος του εκθέματος, την χρήση του, το σημείο όπου εντοπίστηκε, καθώς και φωτογραφικό υλικό από την ανασκαφή.
Ο φωτισμός είναι σημειακός και πιο έντονος στα χαρακτηριστικά του εκθέματος της κάθε περιόδου, για να προκαλείται η προσοχή των επισκεπτών και να σηματοδοτείται από μακριά η κάθε θεματική ενότητα.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΚΟΙΝΟ
Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά το 1970, τα μουσεία προσπάθησαν και προσπαθούν να δώσουν την εικόνα ιδρυμάτων σε όλο και ευρύτερο κοινό. Σ΄ αυτό συνετέλεσε η μείωση των κρατικών επιδοτήσεων και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από τη βιομηχανία της ψυχαγωγίας. Τα έσοδα από τους επισκέπτες θεωρούνται πλέον σχηματικοί οικονομικοί πόροι, που καθορίζουν τη βιωσιμότητα και τη λειτουργία του μουσείου. Επιπρόσθετα, καλούνται, ως κοινωφελή ιδρύματα που προάγουν την πνευματική πρόοδο ολόκληρης της κοινωνίας και όχι μόνο ενός μέρους της, να εκπληρώσουν αυτό το σκοπό. Για το λόγο αυτό, τα μουσεία υιοθετούν μεθόδους marketing για την προσέλκυση μεγαλύτερου αριθμού επισκεπτών και εκπαιδευτικές μεθόδους ενταγμένες στις μεταμοντέρνες τάσεις, που αμφισβητούν την κατευθυνόμενη γνώση, αναγνωρίζοντας τη διαφορετικότητα. Μέσα στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και το επικοινωνιακό πρόγραμμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσημβρίας – Ζώνης.
Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος προσέλκυσης του κοινού ξεκίνησε από τον αρχικό σχεδιασμό του κτιρίου: Η εξωτερική του μορφή είναι τέτοια, που το αποσυνδέει από τις μορφές των παραδοσιακών μουσείων τα οποία αρκετές φορές «τρομάζουν» ή και απωθούν τους επισκέπτες, ιδιαίτερα αυτούς της νεαρής ηλικίας. Στο σχεδιασμό έχει προβλεφθεί είσοδος για τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στην στεγασμένη εξωτερική αυλή λειτουργεί αναψυκτήριο, όπου οι επισκέπτες μπορούν να κάνουν ένα ευχάριστο διάλειμμα. Ο χώρος υποδοχής του κοινού είναι ευρύχωρος, διαθέτει καθίσματα, βεστιάρια και χώρους υγιεινής. Στον ίδιο χώρο λειτουργεί πωλητήριο αναμνηστικών. Στο χώρο υποδοχής μπορεί το κοινό να προμηθευθεί ενημερωτικό φυλλάδιο, το οποίο αναφέρει, περιληπτικά, την ιστορία του μουσείου, την ιστορία της περιοχής, διαθέτει χάρτη του νομού, αναφέρει τις ώρες λειτουργίας του μουσείου και τα τηλέφωνα επικοινωνίας, καθώς και χρήσιμα τηλέφωνα της περιοχής, ώστε να αποτελεί εργαλείο για τον ξένο επισκέπτη, που δεν θα πεταχτεί μετά την απομάκρυνση του από το χώρο. Το ίδιο έντυπο έχει αποσταλεί στα σχολεία της περιοχής, στο Δήμο, στη Νομαρχία, στα ξενοδοχεία και στα ταξιδιωτικά πρακτορεία. Το μουσείο διαθέτει ξεναγούς που μιλούν τις βασικότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Διαθέτει, επίσης, λεωφορείο που ξεκινά από το κέντρο της Αλεξανδρούπολης και εξυπηρετεί τις οργανωμένες ομάδες επισκεπτών, κατόπιν συνεννόησης. Υπάρχει μουσειοπαιδαγωγός, ο οποίος αναλαμβάνει, σε συνεργασία με τους δασκάλους και καθηγητές, να επιμορφώσει τους μαθητές σχολείων, οργανώνοντας εκπαιδευτικά προγράμματα. Για παράδειγμα, ένα πρόγραμμα θα μπορούσε να είναι η επίσκεψη στους χώρους συντήρησης του μουσείου ή στο χώρο ταξινόμησης των μουσειακών αντικειμένων, όπου οι μαθητές μπορούν να παρακολουθήσουν τη διαδικασία στην ταξινόμηση των αντικειμένων, συμμετέχοντας στην παραγωγή γνώσης. Στο χώρο υπάρχει αίθουσα σεμιναρίων, όπου κατά καιρούς οργανώνονται ομιλίες ειδικού ενδιαφέροντος. Ένα θέμα θα μπορούσε να είναι η ζωή των γυναικών στην αρχαία Μεσημβρία – Ζώνη. Για την προβολή των προγραμμάτων κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Το μουσείο διαθέτει χώρο ηλεκτρονικής πληροφόρησης, όπου μπορεί κανείς να βρεί διαφορετικές απόψεις σχετικά με τα αντικείμενα του μουσείου και τη χρήση τους, όπως και διαφορετικές ερμηνείες για την ιστορία του αρχαιολογικού χώρου. Μ΄ αυτόν τον τρόπο ενθαρρύνεται ο επισκέπτης να σταθεί κριτικά απέναντι στη γνώση που του προσφέρεται. Το μουσείο διαθέτει δική του ιστοσελίδα στο διαδίκτιο, η οποία ενημερώνεται συχνά, πληροφορώντας για τα προγράμματα που κάθε φορά «τρέχουν».Τέλος, οι φύλακες του μουσείου έχουν ειδικά εκπαιδευτεί ώστε να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους χώρους του μουσείου, τα προγράμματα, ακόμη και με τα αντικείμενα που θα συναντήσουν οι επισκέπτες στο χώρο της έκθεσης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η λειτουργεία του μουσείου αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί χρόνο, χρήμα και κυρίως τη συνεργασία πολλών επιστημονικών πεδίων. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της λειτουργίας του αποτελεί η σχέση του με το κοινό. Μέχρι πολύ πρόσφατα το μουσείο θεωρούνταν ίδρυμα που αφορούσε λίγους, το εξειδικευμένο κοινό, που ήταν εύκολο να κατανοήσει τη «γλώσσα» του. Σ΄ αυτό συνετέλεσε, σε μεγάλο βαθμό, η πολιτική των ίδιων των μουσείων που απομάκρυνε μια μεγάλη μερίδα επισκεπτών. Σήμερα, μέσα σε μια εποχή ανταγωνισμού και κάτω από τις νέες εξελίξεις στους τομείς της γλωσσολογίας, της κοινωνιολογίας και της λογοτεχνικής κριτικής, που αφορούν στον επαναπροσδιορισμό των όρων: επικοινωνία και γνώση, τα μουσεία επανεξετάζουν το ρόλο τους. Ο μουσειακός χώρος δεν θεωρείται πλέον χώρος της αυθεντίας, ούτε το κοινό παθητικός δέκτης του μηνύματος που κατευθύνεται από το μουσείο. Αντίθετα ενθαρρύνεται ο ερμηνευτικός πλουραλισμός με μια σειρά τρόπων και μεθόδων, μερικούς από τους οποίους παρακολουθήσαμε στα προηγούμενα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γκαζή Α., ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΟΥΣΕΣ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ: Η Ιστορία ενός θεσμού δια μέσου των αιώνων, Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 70, Μάρτιος 1999
Hooper-Greenhill E., Σκέψεις για τη Μουσειακή Εκπαίδευση και Επικοινωνία στη Μεταμοντέρνα Εποχή, Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 72, Αθήνα 1999
Merriman Ν., Ανοίγοντας τα Μουσεία στο Κοινό, Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 72, Αθήνα 1999
Μπούνια Α., Συλλογές και Συλλέκτες στην Αρχαία Ρώμη: 1ος αι. π.Χ. – 1ος αι. μ.Χ., Αρχαιολογία & Τέχνες, Τεύχος 73, Αθήνα 1999
Νούσια Τ., Ζητήματα Μουσειακών Σπουδών, Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο, Τόμος Γ΄, ΕΑΠ, Πάτρα 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου